του Δημήτρη Ν. Μανιάτη
Σαν χθες «έφυγε» ο Μάνος Χατζιδάκις πριν από δεκαεπτά χρόνια. Αν ζούσε σήμερα θα ήταν 87 ετών και θα ήταν τουλάχιστον ατυχές να επιχειρήσει κάποιος να μαντέψει αν θα τασσόταν υπέρ ή κατά του ...
Μνημονίου, υπέρ ή κατά της ευρωζώνης.
«Η τέχνη στην υπηρεσία της πολιτικής υπηρετεί την τέχνη όσο η κομματική εφημερίδα υπηρετεί την αλήθεια και την πληροφόρηση. Και μια τέχνη που δεν τροφοδοτεί την ανθρώπινη ευαισθησία κι ούτε προέρχεται από αυτήν, προβάλλοντας κακοφτιαγμένα υποκατάστατα, είναι μια τέχνη που θα πρέπει να την αποκηρύσσουμε μετά βδελυγμίας και να την αγνοήσουμε οριστικά», έγραφε σε σημείωμά του στο περιοδικό «Τέταρτο» το 1985, σκιαγραφώντας τις αλληλοτροφοδοτούμενες λειτουργίες τέχνης και πολιτικής.
Αραγε αυτός ο φανατικός του προφορικού λόγου θα σύχναζε ακόμη στο GB Corner, θα έπινε τον καφέ του στο Φίλιον (αφού Βυζάντιον και Φλόκας πια δεν υπάρχουν), θα μοιραζόταν τις σκέψεις του στον «Μαγεμένο Αυλό», θα είχε σελίδα στο facebook ή στο twitter;
Το βέβαιο είναι πως δεν θα μάσαγε τα λόγια του. Eτσι έκανε πάντα. Δεν δίσταζε να ανοίξει μέτωπα στο πεδίο της αισθητικής, της πολιτικής, της κοινωνίας.
Ο Χατζιδάκις δεν στρατεύθηκε ποτέ, υπήρξε ένας οργανικός διανοούμενος – κατά Αντόνιο Γκράμσι – αλλά χωρίς κόμμα ή φορέα. Αν η τέχνη εμπεριέχει την πολιτική, από νωρίς ο Χατζιδάκις με την ιστορική του διάλεξη στο Θέατρο Τέχνης το 1949 υπερασπίστηκε και έδωσε το ιδεολογικό επιστέγασμα στο ρεμπέτικο. Μια κίνηση απενοχοποίησης και νομιμοποίησης σε μια σκληρή εποχή, που μόνο ως πολιτική πράξη μπορεί να νοηθεί.
Ακόμη και λίγο μετά (1959) η επιλογή του να γράψει την μουσική για τους «Ορνιθες» του Καρόλου Κουν – μια παράσταση που προκάλεσε θύελλα – ήταν επίσης μια από τις εμμέσως πλην σαφώς πολιτικές πράξεις του «Μεγάλου Ερωτικού».
Αντιτάχθηκε στην πολιτική τέχνη και δεν φόρεσε αμπέχονο ακόμη κι όταν το κοινωνικό πλειοψηφικό ρεύμα είχε μετατοπιστεί αριστερά. Ομως ο στενός φίλος και ομοτράπεζος του Κωνσταντίνου Καραμανλή – αλλά και διατυπωμένα φιλελεύθερος με ανειρήνευτη αντιπαράθεση με τη Σοσιαλδημοκρατία και την λαϊκίστικη εκδοχή της τη δεκαετία του '80 – δεν δίστασε σε δύο φάσεις να υπερασπιστεί τον αντιεξουσιαστικό χώρο: «Είναι ενδεικτικό το πώς, στο θέμα των αναρχικών, συμφωνούν απόλυτα κνίτες, οννεδίτες και νεολαίοι του ΠΑΣΟΚ. Γιατί και οι τρεις αυτές νεολαίες – κατ' όνομα μόνον – έχουν ένα κοινό μυστικό που τις ενώνει: τον οριστικό ευνουχισμό τους».
Αργότερα με κείμενό του και με παρουσία του σε εκδήλωση αναρχικών παρενέβη για την κράτηση της Βαγγελιώς Βογιατζή που με το τότε νήπιο παιδί της είχε προφυλακιστεί. «Μήνες τώρα που είναι φυλακισμένη με το παιδί της, προστατεύεται αλήθεια η Πολιτεία από τους “κινδύνους” που εγκυμονεί η τυχόν ελεύθερη κυκλοφορία της, ή εκδικείται απλώς μιαν ανυπότακτη γυναίκα;». Το παραπάνω είναι ένα απόσπασμα από το κείμενο που διαβάστηκε στη συναυλία διαμαρτυρίας αντιεξουσιαστών για την κράτηση της Βογιατζή στις 7 Νοεμβρίου 1988.
Νωρίτερα είχε γράψει καυστικά κείμενα εναντίον της δολοφονίας του 16χρονου Μιχάλη Καλτεζά από τον αστυνομικό Μελίστα το 1985, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα παραβρέθηκε στα φεστιβάλ «Αυγής - Θουρίου» (όπου κυκλοφόρησε ειδικά 45άρι δισκάκι με μελοποιημένο το ποίημα «Μπολιβάρ» του Νίκου Εγγονόπουλου) και της ΟΝΝΕΔ – από την οποία πάντως σχεδόν αμέσως αποχώρησε ενοχλημένος από τη σύνθεση της νεολαίας.
Βέβαια, πέραν των δημόσιων παρεμβάσεών του με αμιγώς πολιτική χροιά, υπήρξε και η πιο έμμεση – αλλά ουσιαστική – παρέμβασή του υπό τη δομή ραδιοφωνικής πρόζας με τα Σχόλια που έκανε στο Τρίτο Πρόγραμμα. Ενα τέτοιο «φωτογράφιζε» την εκκόλαψη του φασισμού και μάλιστα χρησιμοποιήθηκε προσφάτως εναντίον της Χρυσής Αυγής στις τελευταίες εκλογές σε δεκάδες κείμενα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Οποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά», σημείωνε με αφορμή την έκπτωση αξιών και αισθητικής.
Ο Χατζιδάκις υπήρξε «παιδί της γαλαρίας» όπως αυτά που περιέγραψε έξοχα το 1985 – ένας ακομμάτιστος και ανένταχτος «λαχειοπώλης του ουρανού» – μέλος μιας Ελλάδας που έστεκε ανιδιοτελής και με τραύματα ανάμεσα στους κάθε φορά διαμορφωμένους πολιτικούς πόλους.
Ακόμη κι όταν τον ενέταξαν αυθαίρετα στη Δεξιά, με αφορμή μια σειρά κειμένων του στο περιοδικό «Τέταρτο», εκείνος απαντούσε: «Επιζητούμε ένα σαφώς διατυπωμένο περιεχόμενο πολιτικού δρόμου που να μη φοβάται τις αντιθέσεις που τυχόν εμπεριέχει και του οποίου κάθε γενιά θα είναι δυνατόν να μεταθέτει τις θέσεις προς τα εμπρός, με βάση τα καινούργια αιτήματα των καιρών και του τόπου».
Ακόμη και έναν χρόνο πριν πεθάνει, τον Φεβρουάριο του 1993, στο πρόγραμμα αντιναζιστικής συναυλίας που έδωσε η Ορχήστρα των Χρωμάτων, έγραψε ένα κείμενο για τον νεοναζισμό τραγικά επίκαιρο: «Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση - εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του».
Εξάλλου για εκείνον που ξεκίνησε από το ΕΑΜ, ακολούθησε τους Jefferson Airplane σε road trip στην Αμερική, τα έβαλε με τη Δικτατορία μιλώντας με σκληρά λόγια από τις ΗΠΑ και έγινε γέφυρα μεταξύ της αστικής τάξης και του ανόθευτου λαϊκού πολιτισμού, συνομιλώντας με την ίδια ευκολία με τον Μπεζάρ και τον Φλωρινιώτη, η ξεκάθαρη θέση του υπηρετήθηκε με τη στάση του: «Δύο είναι οι εχθροί της πολιτικής και του πολιτισμού: ο λαϊκισμός και ο ελιτισμός».
Από ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου