Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Το έλλειμμα και η κολοκυθιά

Πόσον είναι το έλλειμμα του 2009, αγαπητέ, με ερώτησε εις καφενόβιος φίλος, εν τω παλαιώ καφενείω κατά την εβδομαδιαία κοινωνική συναναστροφή.
13,6% ήκουσα κατά την τελευταία εκτίμηση.
Και γιατί να μην είναι 13,8% που προβλέπει το προσχέδιο προϋπολογισμού; πετάχτηκε ένας δεινός παίχτης πρέφας. Τότε γιατί να μην είναι 15,1% κατά πληροφορίες του Τύπου, είπε ο ..........

......... συνταξιούχος δάσκαλος της παρέας, δεδομένου ότι το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος είναι υπό αναθεώρηση από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, που «εξακολουθεί να έχει επιφυλάξεις σε σχέση με την ακρίβεια των ελληνικών στοιχείων»; Και γιατί τότε να μην πούμε ότι απλώς θα αναθεωρηθεί προς τα πάνω -ανοδικά- όπως είπε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χωρίς να προσδιορίζει με ακρίβεια την αναθεώρηση; είπα εγώ.

Με συγχωρείς, μου απαντά, και γιατί να μην είναι 14% ή περί το 14%, που προβλέπει κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών; Και γιατί, του λέω, να μη δεχτούμε το χειρότερο σενάριο που το ανεβάζει στο 15%; 15,2%; 15,4%;

Το δημόσιο χρέος πόσο είναι; μου ανταπαντά. Τι να σου πω, του λέω: «Τον Απρίλιο, η Eurostat, όταν παρουσίασε τα στοιχεία για το 2009, έβαλε αστερίσκους δίπλα και είπε ότι θα αυξηθούν κατά 0,4% το έλλειμμα και γύρω στις 7 μονάδες το χρέος»· τώρα πια, που συνεργάζεται καλύτερα με τη Στατιστική Υπηρεσία, καθώς λέγεται, θα το βγάλει 115,1% του ΑΕΠ; 122%; 125%; 127%; 130%; Αναμένουμε, μετά και τον Ν. 3832/ΦΕΚ 38 τ.Α/9 Μαρτίου 2010 και τη σύσταση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) ως ανεξάρτητης αρχής, ότι κάπου θα σταθεροποιηθούν έλλειμμα και χρέος, με αστερίσκους ή άνευ, διότι αν δεν σταθεροποιηθούν, άσπρη μέρα δεν βλέπουμε εκτός της χιονισμένης.

Τώρα βέβαια είναι στο προσκήνιο το έλλειμμα, αύριο κάτι άλλο. Ισως πείτε ότι πάντα το παιχνίδι των στοιχείων ήταν και είναι ένα παιχνίδι χειραγώγησης. Πιθανόν, αλλά πλέον ο Ελληνας πολίτης δεν είναι ένα ελεύθερο άτομο, έχει μετατραπεί σε μια «κοινωνική φιγούρα», της οποίας η συμπεριφορά διαπλάθεται μέσα σε μια συλλογική διαδικασία φόβου και απαξίωσης. Είναι διεφθαρμένος, έφαγε τα λεφτά, ανατράφηκε με μια ψευδαίσθηση, προσφέρθηκε ως έρμαιο στους θεατές της εξαθλίωσής του ή της βαριεστημένης αδιαφορίας τους.

Η αγαθή ελίτ, αποστασιοποιημένη από αισθήματα ενοχής, ντροπής, ευθύνης, ακούει τους «διεφθαρμένους» πολίτες να διαμαρτύρονται, σαν μια βοή κάπου εκεί στο βάθος. Και όλοι ξαφνικά σκύβουν επάνω σε αυτήν τη διεφθαρμένη πολιτεία που κυβερνάται από μια αγαθή ελίτ. Αυτό που τους διεγείρει είναι το συναίσθημα του εξαιρετικού συμβάντος -θα αντέξουν;-, ο φόβος που παράγει η «βία» κάθε νέου μέτρου, η ηδονή που παράγει η προοπτική της βαρβαρότητας, η απόγνωση εκείνου που δεν μπορεί να αναζητήσει τη λύση παρά μόνο έξω από τη χώρα του.

Γιατί το ζήτημα ουσιαστικά δεν είναι η συμμόρφωση ή η προσαρμογή σε μια νέα κατάσταση, πιθανώς αναγκαία, η οποία όμως θα άφηνε στον κάθε άνθρωπο την αξιοπρέπειά του· το ζήτημα είναι ότι η αξιοπρέπειά του δεν υφίσταται πια, γιατί αυτός είναι μέτοχος μιας διαφθοράς, είναι ο αδαής που ζούσε δανειζόμενος και τώρα πρέπει να πληρώσει τα δανεικά, ο ανέντιμος, ο κλέφτης, ο φοροφυγάς!...

Η διαφθορά καταλαμβάνει ως παραδεκτή, κυρίαρχη, αυτόνομη και καταναγκαστική εξουσία το σύνολο των πολιτών. Γιατί άλλο είναι να λες ότι υπάρχει διαφθορά σε μια πολιτεία και προσπαθείς να την περιστείλεις και άλλο είναι να λες ότι κυβερνάς μια διεφθαρμένη χώρα, αποδίδοντας τη διαφθορά ως ιδιότητα του κάθε πολίτη. Διότι ναι, εγώ ξέρω αν είμαι διεφθαρμένος, αλλά ο διπλανός μου ξέρω ότι δεν είναι. Μας διαφεύγει ότι κάθε προσπάθεια βελτίωσης είναι ένας αγώνας, ο οποίος δημιουργεί μια σχέση αμοιβαιότητας, χωρίς φυσικά ο ένας να γίνεται θύμα του άλλου. Η καταστροφή είναι σπάνια απαραίτητος τρόπος δράσης.

Ο οικονομικός λόγος δεν είναι αποδεκτός «παρά μόνο εξαιτίας της στιγμιαίας σύγκλισής του με εκείνον των ανθρωπίνων τελικών σκοπών». Και όπως έλεγε και ο Μολιέρος: «Πρέπει να φάμε για να ζήσουμε και όχι να ζούμε για να τρώμε». Αυτή η φράση θα μπορούσε να είναι μια απλή απάντηση στην προσπάθεια κυριαρχίας του οικονομικού λόγου.

Καλό θα ήταν να φέρνουμε στη μνήμη μας και τους λόγους του Πασκάλ: «Η καρδιά έχει τους λόγους της που η λογική δεν γνωρίζει. Το αισθανόμαστε σε χιλιάδες πράγματα».

Μέσα σε όλο αυτόν τον ορυμαγδό των μέτρων, εκείνο που απουσιάζει σήμερα είναι η καρδιά, η ελπίδα, και μάλιστα αν θα μπορούσε να λεχθεί είναι η «ελπίδα ως υλική ύπαρξη», είτε αυτό λέγεται ανάπτυξη ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να ονομαστεί. Η ελπίδα αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή αν δεν είναι ορατά τα ίχνη της, η υλικότητά της. Δεν πρέπει, τάχα, να φωτίσουμε μια δυνατότητα ελπίδας, η οποία να είναι μεν κοντινή στην επικαιρότητά μας, αλλά συνάμα διαφορετική από αυτόν τον εφιάλτη του φοροκυνηγητού και της απαξίωσης;

Ηκαθημερινή μας ζωή κυριαρχείται από μια τομή που μας χωρίζει από εκείνο που δεν θέλουμε να ακούσουμε πια, από εκείνο που «μιζεριάζει» το παρόν και το μέλλον μας, τη συνεχή κατάκριση για ό,τι έγινε στα τελευταία 30 χρόνια.

Τι ακριβώς γενναίο έκανε στο κάτω κάτω η κυβέρνηση, ότι περιέκοψε τη σύνταξη των 650 ευρώ; Οτι έκοψε τα δώρα και τα επιδόματα, ότι έχει πληθωρισμό περί το 5% και πάει λέγοντας, ότι μας έσωσε; Οτι θα περικοπεί το εισόδημά μας; Μπράβο της, αλλά μάλλον αρκετά πια. Γιατί η σωτηρία αυτή μας οριοθετεί ασφυκτικά, και δεν είχαμε ερωτηθεί για αυτήν την οριοθέτηση ενώ δεν είχαμε δώσει καμία εντολή χειραγώγησης της γνώμης μας ούτε, πολύ περισσότερο, είχαμε ψηφίσει για το πώς θα σκιαγραφηθεί η μορφή μας στο μέλλον.

Γιατί η εσαεί άναρχη και η εσαεί ανυπότακτη μορφή του Ελληνα μπορεί να ήθελε να σκιαγραφηθεί περισσότερο ως Καραγκιόζης παρά ως υποτακτικός Χατζηαβάτης. Και φυσικά δεν είναι ελπίδα η δημιουργία νέων γραφειοκρατικών δομών στη θέση των καταργημένων γραφειοκρατικών δομών και η μέσω αυτών δημιουργία θέσεων εργασίας για να εξυπηρετούνται οι γραφειοκρατικές δομές.

Πόσο θα αντέξουμε; Ας αντέξουμε δύο χρόνια. Και γιατί ν' αντέξουμε δυο χρόνια; Ας αντέξουμε δέκα κ.λπ. Πάνω χέρι, κάτω χέρι, τίνος είν' το παραπάνω. Το κάθε τι είναι θέμα επιλογής που εξαρτάται από την οπτική γωνία του παρατηρητή. Ο Τζον Λοκ είχε πει ότι «οι άνθρωποι αφήνουν την κατάσταση της φύσης και ενώνονται σε κοινωνία για την αμοιβαία διατήρηση των ζωών τους, των ελευθεριών και των περιουσιών τους...», αλλά δεν είναι απαραίτητο να ισχύει πάντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :