Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Το κάρο και το άλογο της πολιτικής συναίνεσης

Όπως ανέδειξαν οι πρόσφατες έρευνεςκοινής γνώμης, οι ευχές και οι ελπίδες των ελλήνων πολιτών συνοδεύουν την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Λουκά Παπαδήμο. 
Πρόκειται για απόλυτα δικαιολογημένη στάση καθώς το πολιτικό σώμα κουρασμένο από την


ολοφάνερη ανικανότητα του υφιστάμενου πολιτικού προσωπικού να διαχειριστεί την οικονομική κρίση και την κούφια αντιπαλότητά του, δείχνει τη φανερή προτίμησή του σε κυβερνήσεις συνεργασίας ώστε μέσω συναινετικών πολιτικών να βρεθεί διέξοδος από το επικίνδυνο τέλμα της πολιτικής μας ζωής.

Ωστόσο, τίποτε δεν εγγυάται την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου της νέας κυβέρνησης. Αντίθετα, μία σειρά από παράγοντες, όπως ο περιορισμένος χρόνος θητείας της κυβέρνησης, οι προγραμματικές διαφορές των κομμάτων που τη συνθέτουν καθώς και οι επιμέρους επιλογές προσώπων- εγείρουν σοβαρές επιφυλάξεις που ελπίζουμε πραγματικά να διαψευστούν.

Οι εμπειρικές έρευνες φαίνεται να επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη. Έτσι, πχ., ικανός αριθμός μελετών καταδεικνύει ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των κομμάτων που μετέχουν στη κυβέρνηση, τόσο χαλαρώνει η δημοσιονομική πολιτική και λιγοστεύουν οι πιθανότητες να προωθήσουν πετυχημένα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης.

Η επίτευξη συμφωνίας που απαιτείται για την προώθηση αλλαγών καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη στο πλαίσιο μεγάλων, βραχύβιων και χωρίς εσωτερική συνοχή κυβερνητικών συνασπισμών. Τούτο διότι, τα πολιτικά κόμματα που μετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό θέτουν, μάλλον αναμενόμενα, σε προτεραιότητα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εκλογικής τους βάσης και βρίσκονται σε μια διαρκή διαπραγμάτευση για τον επιμερισμό του πολιτικού κόστους στο πλαίσιο του κυβερνητικού σχήματος.

Εντός των κυβερνητικών συνασπισμών, κάθε κόμμα έχει αυξημένη δυνατότητα να μπλοκάρει προτεινόμενα μέτρα, αλλά μειωμένη δυνατότητα να προωθήσει το πρόγραμμά του. Έτσι, η προσπάθεια των κομμάτων να μειώσουν το κόστος των μέτρων προσαρμογής στην εκλογική τους πελατεία και η αναδιανεμητική σύγκρουση ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές ομάδες που συγκροτούν την εκλογική τους βάση, συχνά οδηγούν σε μια κατάσταση στην οποία η αδράνεια εμφανίζεται ως ορθολογική επιλογή για τα πολιτικά κόμματα που συγκροτούν στον κυβερνητικό σχηματισμό. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μεταρρυθμίσεις μεγάλης κλίμακας με σημαντικές οικονομικές συνέπειες σε ευρείες κοινωνικές ομάδες.

Στα καθ’ ημάς, δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τα πενιχρά αποτελέσματα της συγκυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ-Συνασπισμού (κυβέρνηση Ζολώτα) το Νοέμβριο του 1989 που κατέδειξε τα όρια των κυβερνήσεων συνεργασίας.

Το ζήτημα της οικοδόμησης πολιτικής συναίνεσης δεν είναι σε καμία περίπτωση θεωρητικό και οφείλει να μας απασχολήσει ιδιαίτερα καθώς, είναι εξαιρετικά πιθανό το πολιτικό σύστημα να εισέλθει σε μια, περισσότερο ή λιγότερο, μακρά περίοδο κυβερνήσεων συνεργασίας.

Η αποτελεσματική πολιτική διακυβέρνηση δεν είναι άσκηση τεχνοκρατικής διοίκησης ή απαγωγικής λογικής. Αντίθετα, είναι μια συνεχής διαπραγμάτευση επίπονων πολιτικών επιλογών, αποτέλεσμα μιας εύθραυστης ισορροπίας ανάμεσα σε συμφέροντα που ανάγονται σε σύνθετα αξιακά, ηθικά και ιδεολογικά πλαίσια αναφοράς.

Αυτό που πρώτιστα χρειάζεται το απονευρωμένο πολιτικό μας σύστημα είναι δέσμες ιδεών με συνέπεια και εσωτερική συνοχή που θα ερμηνεύουν τα αίτια της πολιτικο-οικονομικής υστέρησης της χώρας μας και θα αναδεικνύουν τις διαφορετικές προσεγγίσεις επίλυσής τους. Με άλλα λόγια, να βάλουμε το άλογο της πολιτικής μπροστά από το κάρο της συναίνεσης, και όχι το ανάποδο. Στη συνέχεια και όχι πριν, καθίστανται δυνατές και αποτελεσματικές ευρύτερες συναινέσεις στα επιμέρους ζητήματα, οι οποίες-πρέπει να υπογραμμιστεί- είναι αναγκαία συνθήκη εθνικής ανάταξης.

Έπειτα από την απαραίτητη κύρωση των συμφωνιών της 26ης Οκτωβρίου θα ακολουθήσει το (δυσκολότερο) έργο εφαρμογή τους. Και παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, τα περιθώρια αυτονομίας της ελληνικής κυβέρνησης δεν είναι διόλου αμελητέα. Μπροστά στις πολιτικές επιλογές που θα αντιμετωπίσει, οι ισορροπίες και οι κομματικές σκοπιμότητες δεν πρόκειται να αποδώσουν. Είναι καιρός να μιλήσουμε πολιτικά.


του Δημήτρη Σκάλκου

*Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, διευθυντής του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.

Δεν υπάρχουν σχόλια :