Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Tο δημοσιογραφικό απόρρητο και η νομική προστασία του

Σκιαγράφηση λειτουργίας και όρων στη νομολογία 
του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου
Το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ προστατεύει την «ελευθερία έκφρασης». Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατ’ επανάληψη έχει τονίσει ότι στην ...


προστασία αυτή περιλαμβάνεται όχι μόνο η ουσία και το περιεχόμενο των πληροφοριών και των ιδεών, αλλά επίσης και τα μέσα μετάδοσής τους. Ο Τύπος έχει θεωρηθεί στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ότι διαλαμβάνεται στον ευρύτερο σκοπό της προστασίας της διάταξης αυτής και σε σχέση με την εμπιστευτικότητα των δημοσιογραφικών πηγών. 

Χωρίς μια τέτοια προστασία, οι πηγές πληροφόρησης αποθαρρύνονται από το να πληροφορούν τον Tύπο σε ζητήματα δημόσιου ενδιαφέροντος. Αποτέλεσμα τούτου θα ήταν η υπονόμευση του ρόλου του Τύπου ως δημόσιου «κέρβερου» και η ικανότητά του να παράσχει ακριβή και αξιόπιστη πληροφόρηση. 
Ετσι, μια εντολή αποκάλυψης της πηγής πληροφόρησης του δημοσιογράφου δεν μπορεί να είναι συμβατή με το άρθρο 10, χωρίς να δικαιολογείται από μια υπέρτερη αξίωση του δημοσίου συμφέροντος.

Το Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην υπόθεση ΕΔΔΑ Goodwin κατά Ην. Βασιλείου (απόφ. της 27.3.96) θεώρησε υπερβολική την εντολή των Αρχών προς δημοσιογράφο να αποκαλύψει την πηγή των πληροφοριών του επί εμπιστευτικού σχεδίου εταιρείας.

Oμως, με την απόφαση Nordisk Film & TV A/S κατά Δανίας της 8.12.2005, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η εντολή του εθνικού δικαστηρίου προς τον τηλεοπτικό σταθμό να αποκαλύψει υλικό έρευνας που κτήθηκε από δημοσιογράφο για ένα ντοκιμαντέρ πάνω στην παιδοφιλία στη Δανία (ο οποίος -με μυστική ταυτότητααναμείχθηκε σε μια ομάδα παιδοφίλων) αποτελούσε αναλογική (και άρα επιτρεπτή) επέμβαση στην ελευθερία του δημοσιογράφου, για την πρόληψη του εγκλήματος, σε σχέση με μια σοβαρή υπόθεση κατάχρησης ανηλίκου.

Αντίθετα, με την απόφαση Voskuil κατά Ολλανδίας της 22.11.2007, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δέχθηκε ότι ορθώς ο δημοσιογράφος δεν αποκάλυψε τις πηγές για το ρεπορτάζ εφημερίδας σε ποινική ανάκριση για εμπόριο όπλων, παρόλο που προσωποκρατήθηκε προς εξαναγκασμό του επί δύο εβδομάδες. 
Τούτο, διότι το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το ενδιαφέρον του κράτους να πληροφορηθεί την ταυτότητα της πηγής του δημοσιογράφου δεν ήταν επαρκές για να υπερκεράσει το ενδιαφέρον του δημοσιογράφου να μην αποκαλύψει αυτή.
Με την απόφαση Financial Times κ.λπ. κατά Hν. Βασιλείου της 15.12.2009, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ του δημοσιογραφικού απορρήτου στην άρνηση τεσσάρων εφημερίδων και ενός πρακτορείου ειδήσεων να αποκαλύψουν την πηγή πληροφόρησής τους περί μιας επικείμενης συμφωνίας απορρόφησης ζυθοποιίας.

Με την απόφαση Sanoma Uitgevers B.V κατά Ολλανδίας της 14.9.10, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό τις συνθήκες της περίπτωσης, δεν μπορούσε να κριθεί ότι το συμφέρον μιας ποινικής διαδικασίας μπορούσε να υπερκεράσει το δημόσιο συμφέρον προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών (το περιοδικό ορθώς αρνήθηκε να παραδώσει φωτογραφίες που προορίζονταν για άρθρο επί παράνομων αγώνων αυτοκινήτων στην αστυνομία που διεξήγαγε ανάκριση για άλλο έγκλημα).

Με την απόφαση Roemen and Schmitt κατά Λουξεμβούργου της 25.2.03, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η έρευνα (με ένταλμα) στην οικία δημοσιογράφου, μετά τη δημοσίευση άρθρου που αφορούσε φορολογική απάτη υπουργού, αποτελούσε μη αναλογικό μέτρο και μη υποστηριζόμενο από επαρκείς λόγους.

Με την απόφαση Ernst κατά Βελγίου της 15.7.03, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η έρευνα στα γραφεία εφημερίδας και στα σπίτια δημοσιογράφων από την Ομάδα Σοβαρών Εγκλημάτων, σχετικά με κατηγορίες κατά μελών της κρατικής νομικής υπηρεσίας στο Εφετείο της Λιέγης για απιστία (που αφορούσε διαρροές σε πολύ ευαίσθητες ποινικές υποθέσεις), δεν αποτελούσε επαρκή αιτία που να δικαιολογεί έρευνες και κατασχέσεις τόσο μεγάλης κλίμακας.

Με την απόφαση Tillack κατά Βελγίου της 27.11.07, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν νόμιμη η έρευνα και οι κατασχέσεις στο γραφείο και στο σπίτι δημοσιογράφου του γερμανικού περιοδικού Stern μετά τη δημοσίευση άρθρων του που αφορούσαν ανωμαλίες στις ευρωπαϊκές κοινότητες που βασίζονταν σε πληροφορίες από εμπιστευτικά έγγραφα του Ευρωπαΐκού Γραφείου Κατά της Απάτης. 
Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι το δικαίωμα του δημοσιογράφου να μην αποκαλύπτει τις πηγές του δεν εξαρτιόταν από τη νομιμότητα ή μη των πηγών του, αλλά αποτελούσε μέρος του δικαιώματος πληροφόρησης κι έκρινε ανεπαρκείς τις αιτιολογίες των βελγικών δικαστηρίων. Καταδίκη της Ελλάδος για καθυστέρηση απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης – απόρριψη λοιπών αιτιάσεων (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, απόφ. της 6.12.2011, Αντώνιος Σίμος κ.λπ. κατά Ελλάδος)

Πρόκειται για δίκη επί αγωγής μεταξύ των προσφευγόντων (τέκνων αδελφών του κληρονομούμενου που απεβίωσε το 1992) που αφορούσε την ακύρωση μερικών μεταβιβάσεων περιουσίας από τον κληρονομηθέντα σε τρίτο πρόσωπο (τον Ι.Μ.), καθώς και την αναγνώριση του κληρονομικού τους δικαιώματος. Το δικαστήριο το 1995 απέρριψε την αγωγή, διότι με διαθήκη του κληρονομουμένου ο Ι.Μ. ήταν ο μοναδικός του κληρονόμος.

Κατά την ημέρα των διεξαγωγών (υπό το προϊσχ. δίκαιο της ΚΠΟΛΔ 341) άρχισε η εξέταση του πρώτου μάρτυρα του αντιδίκου των προσφευγόντων, η οποία διακόπηκε λόγω παρόδου ωραρίου του γραμματέα. Κατά τη νέα ημέρα των διεξαγωγών ο πληρεξούσιος του αντιδίκου ζήτησε την εξέταση δύο νέων μαρτύρων. Ο εισηγητής δικαστής απέρριψε την αίτηση, διότι μετά την έναρξη εξέτασης μάρτυρα δεν επιτρέπεται η γνωστοποίηση νέων μαρτύρων.

Το 2002 το Εφετείο αποφάνθηκε ότι κακώς δεν επιτράπηκε η γνωστοποίηση νέων μαρτύρων, αφού ο πρώτος μάρτυρας δεν είχε τίποτε ακόμη μέχρι τότε καταθέσει για την ουσία της υπόθεσης. Ετσι, το Εφετείο επέτρεψε την εξέταση τούτων, η οποία έγινε το 2004 και απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη. Το ίδιο έπραξε και ο Αρειος Πάγος σχετικά με την αναίρεση των προσφευγόντων.

Κρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης με τη μη έκδοση απόφασης εντός εύλογης προθεσμίας και καταδίκασε την Ελλάδα να καταβάλει στους δύο προσφεύγοντες ποσό 10.000 ευρώ από κοινού και 10.000 ευρώ στον τρίτο από αυτούς, καθώς και 1.500 ευρώ από κοινού για τα δικαστικά έξοδα όλων. 
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απέρριψε όμως, ως αβάσιμο, το παράπονο περί μη νόμιμης διαδικασίας, εκ του ότι επιτράπηκε η γνωστοποίηση των μαρτύρων του αντιδίκου, κατά τα ανωτέρω. Επίσης, δέχθηκε ότι δεν υπάρχει προσβολή του δικαιώματος επί της περιουσίας με την προσφυγή στο εθνικό δικαστήριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :