Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Ο θάνατος και η ζωή του ΚΛΙΚ, του πιο συνταρακτικού ελληνικού περιοδικού.

         του Άρη Τερζόπουλου
H ζωή του ΚΛΙΚ δεν ήταν ποτέ συνηθισμένη.

Το ίδιο και ο θάνατός του.
Τώρα, τριάντα μήνες μετά το τέλος της χάρτινης ζωής του, το φάντασμα του Κλικ, ελεύθερο πια από συμβατικές υποχρεώσεις, πλανιέται στον Κυβερνοχώρο…

Είκοσι ένα χρόνια πριν τον Απρίλιο του 1987, ένα μάλλον ασυνήθιστο για την εποχή περιοδικό, με το όνομα Κλικ και με ένα εξώφυλλο που θα αποδεικνυόταν προφητικό, τον πρώτο εξωπραγματικό dj στον κόσμο, τον Μαξ Χέρντρουμ, που θα γινόταν ακόμη και πρωταγωνιστής τηλεοπτικών διαφημίσεων της Κόκα Κόλα, κυκλοφορούσε στα ελληνικά περίπτερα.
Max Headroom

Max Headroom print ad from
Με ελάχιστη διαφημιστική προβολή, η κυκλοφορία του πρώτου τεύχους ήταν μάλλον απογοητευτική. 14.000 τεύχη , την στιγμή που τα κύρια περιοδ
ικά της εποχής ξεπερνούσαν τις 60.000. Καθώς το δεύτερο και το τρίτο τεύχος σημείωσαν ακόμη χαμηλότερες κυκλοφορίες και το διαθέσιμο για το Κλικ κεφάλαιο, μόλις είκοσι εκατομμύρια δραχμές, κόντευε ήδη να εξαντληθεί, η εκδοτική πορεία του Κλικ έδειχνε ότι θα τελείωνε πριν καλά-καλά αρχίσει.

Μια ευρηματική όμως ιδέα στο τέταρτο τεύχος, μία έρευνα για το έϊτζ, την ασθένεια τρομοκράτη της εποχής που συνοδευόταν και από ένα δώρο που σόκαρε πολλούς τότε, ένα προφυλακτικό, έκανε τέτοια εντύπωση και έσπασε τόσα μαζεμένα ταμπού, που φυσιολογικά θα έπρεπε να οδηγήσει πολλούς σε ένα σημαντικό συμπέρασμα.
Στο ότι, μια ιδέα, μια έμπνευση της στιγμής, όταν είναι αυτή που πρέπει, είναι δυνατότερη και από όλα τα κεφάλαια του κόσμου. Με πόσα εκατομμύρια ευρώ θα μπορούσε άραγε να ισοδυναμεί ένα προφυλακτικό. Κανείς δεν γνωρίζει. Κανείς δεν γνωρίζει επίσης το πώς χρησιμοποιήθηκαν τα χιλιάδες προφυλακτικά που έπεσαν στα χέρια των αναγνωστών του τέταρτου τεύχους του Κλικ. Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως επρόκειτο για ένα μεγάλο πάρτυ, χωρίς συγκεκριμένο χώρο.

Eχοντας επιδείξει ένα τόσο ασυνήθιστο διαπιστευτήριο η κυκλοφορία του Κλικ κυριολεκτικά απογειώθηκε.
Για σχεδόν τρία χρόνια η κυκλοφορία του κάθε τεύχους ήταν μεγαλύτερη από το προηγούμενο, για να ξεπεράσει τελικά τις 100.000 και να μείνει σ’ αυτό το επίπεδο για πολλά χρόνια ακόμη. Αυτά τα τρία πρώτα χρόνια της κυκ
λοφορίας του Κλικ, από το 1987 μέχρι το 1990 ήταν ίσως τα πιο δημιουργικά, από ότι έχει να επιδείξει, οποιοδήποτε περιοδικό στην Ελλάδα και ίσως να αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα «επεισόδια» στην ιστορία του ελληνικού περιοδικού Τύπου.
 Και αυτή η αναγνώριση οφείλεται σ’ αυτούς που συνέβαλαν και στο μέτρο που συνέβαλαν σ’ αυτή την πορεία. Ο περιοδικός Τύπος δεν θα ήταν ποτέ πια ο ίδιος. Το Κλικ δεν γνώρισε απλώς την επιτυχία, αλλά εγκαταστάθηκε σ΄ αυτήν.

Η επιτυχία όμως είναι μεγάλο μέγεθος. Ένα μέγεθος που ελάχιστοι τον αντέχουν χωρίς να μεταλλαχτούν. Στην αρχαία Ρώμη, όταν οι νικητές στρατηγοί έμπαιναν στην πόλη πάνω στο άρμα τους, με το στρατό τους και τα λάφυρα που είχαν κατακτήσει, ενώ τα πλήθη τους επευφημούσαν -αυτό που έχει μείνει γνωστό ως ο «ρωμαϊκός Θρίαμβος»- οι παλιότεροι είχαν καθιερώσει κάτι σοφό.
΄Εβαζαν πάνω στο άρμα του θριαμβευτή στρατηγού έναν σκλάβο ή έναν ιερέα, ο οποίος ενώ τα πλήθη ζητωκραύγαζαν, έλεγε στο αυτί του στρατηγού, κάθε τόσο, μια μόνο φράση. «Μην ξεχνάς πως είσαι θνητός». ΄Ισως ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσουμε την επιτυχία, δεν είναι παρά το να γνωρίζουμε πως τόσο η επιτυχία όσο και η αποτυχία δεν είναι παρά φευγαλέες στιγμές μιας μάταιης παράστασης, δηλαδή της ζωής μας.
 Παρά την σοφία που το ανθρώπινο είδος είχε ήδη συσσωρεύσει, εδώ και τουλάχιστον δυόμισι χιλιάδες χρόνια, πολλοί εξακολουθούν να νομίζουν πως οτιδήποτε σ’ αυτό το σύμπαν διαρκεί περισσότερο από μια στιγμή. Γι αυτό άλλωστε και η Ιστορία επαναλαμβάνεται.


Το Κλικ δεν άντεξε την επιτυχία του. Και σιγά σιγά μεταλλάχτηκε. Και κάπως έτσι, μέσα από τις σελίδες του Κλικ, δημιουργήθηκε η τάση του λεγόμενου «lifestyle», μια τάση που με τον καιρό κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος του περιοδικού Τύπου και εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχη μέχρι και σήμερα. Το λάϊφστάϊλ από μόνο του δεν είναι κακό. Μόνο που στην Ελλάδα προσεγγίστηκε με τον τρόπο που προσεγγίζεται σχεδόν το κάθε τι. Επιφανειακά και ευκαιριακά. 
Τα Αρμάνι και τα Γκούτσι είναι ικανά να ντύσουν το σώμα μας και να μας κάνουν να δείχνουμε πραγματικά ομορφότεροι. Δεν μπορούν να ντύσουν ούτε τον χαρακτήρα ούτε την ψυχή μας. Δεν μπορούμε να είμαστε αυτό που δεν είμαστε και δεν μπορούμε να μην είμαστε αυτό που είμαστε. 
Το λάϊφστάϊλ έφτιαξε έναν πολύ εντυπωσιακό στην εμφάνιση περιοδικό Τύπο, με ωραία σελιδοποίηση και ακόμη πιο ωραίες φωτογραφίες, δημιούργησε μεγάλες εμπορικές αξίες και μια αγορά εκεί που δεν υπήρχε, αλλά αρκέστηκε σε μια πολύ επιφανειακή δημοσιογραφία και στο κυνήγι της προβολής των διασημοτήτων ανεξαρτήτως ειδικού βάρους . Και μοιραία διαμόρφωσε ένα κοινό με αντίστοιχα χαρακτηριστικά. 
Στις μέρες μας αυτό το είδος περιοδικού Τύπου έχει εξαντλήσει το οπλοστάσιό του, έχει περάσει στην «βιομηχανοποίηση» της παραγωγής διασημοτήτων, με αποτελέσματα που δεν προξενούν ούτε έκπληξη ούτε ενδιαφέρον. ΄Όπως είναι φυσικό, η μονότονη επανάληψη των ίδιων ή παρόμοιων προσώπων και των ίδιων θεμάτων, έχει γίνει βαρετή ακόμη και για τους πιο φανατικούς αναγνώστες του είδους. Γι αυτούς τους λόγους αλλά και για άλλους που έχουν να κάνουν με τα χαρακτηριστικά της σημερινής εποχής και την γιγαντιαία μετατόπιση οικονομικών και τεχνολογικών μεγεθών η γυαλιστερή βιομηχανία του λάϊφστάϊλ Τύπου έχει περάσει τα τελευταία χρόνια στην περίοδο των οικονομικών προβλημάτων, που μόνο ο χρόνος θα δείξει αν θα μπορέσει να τα ξεπεράσει.


Εν τω μεταξύ και γυρίζοντας πίσω στο χρόνο, το Κλικ είχε μπει σε μια περίοδο, μάλλον αναμενόμενων προβλημάτων. Το φθινόπωρο του 1995 και μετά από οκτώμισι χρόνια πετυχημένης πορείας το Κλικ βρέθηκε στις παρυφές μιας διαπλεκόμενης ιστορίας που συμπεριλάμβανε την Πολιτική, τα Δημόσια ΄Εργα και τα Μέσα Ενημέρωσης. “Elementary my dear Watson” όπως θα έλεγε και ο Σέρλοκ Χολμς.
Στο τέλος αυτής της υπόθεσης, ο εκδοτικός οργανισμός που είχε ήδει δημιουργηθεί γύρω από το Κλικ και συμπεριλάμβανε δύο ακόμη περιοδικά και έναν ραδιοφωνικό σταθμό, βρέθηκε με πέντε μόνο συνεργάτες καθώς οι υπόλοιποι ενενήντα πέντε είχαν αποχωρήσει για να δημιουργήσουν έναν αντίπαλο εκδοτικό οίκο. Ευτυχώς.
Οι αταίριαστες σχέσεις είναι καλό να τελειώνουν όσο γίνεται πιο γρήγορα. Οι αποχωρισμοί είναι συχνά οδυνηροί, αλλά, μακροχρόνια, οι οριστικές ρήξεις είναι προτιμότερες από τις άρρωστες σχέσεις. Για το Κλικ και από οικονομική άποψη το τίμημα της ρήξης ήταν σχεδόν θανάσιμο καθώς μάλιστα συνέπεσε και με μια περίοδο μεγάλων προβλημάτων στην ίδια την ψυχή του περιοδικού.
΄Ηταν όμως και ένα σημάδι των καιρών. Μια καινούργια εποχή με σήμα κατατεθέν τον κυνισμό είχε ήδη γίνει το κύριο χαρακτηριστικό της ήδη μεταλλαγμένης ελληνικής κοινωνίας.
Το Κλικ δεν συνήλθε ποτέ ούτε οικονομικά, αλλά ούτε και εκδοτικά από πλήγμα που δέχτηκε. Στα χρόνια που ακολούθησαν πέρα από μια μικρή περίοδο από το καλοκαίρι του 1998 έως το φθινόπωρο του 1999, το Κλικ από εκδοτική άποψη δεν παρουσίασε καμία ολοκληρωμένη πρόταση και νομοτελειακά οδηγήθηκε στην παρακμή. ΄Ισως θα ήταν καλύτερο το Κλικ να είχε «πεθάνει» νωρίτερα μια και η παρουσία του δεν προσέφερε τίποτα σε κανέναν.

Οι επιχειρήσεις είναι καλό να «πεθαίνουν» πριν αρχίσουν τα οικονομικά προβλήματα. Στην αντίθετη περίπτωση αυτό που δημιουργείται είναι μια «μαύρη τρύπα» που απειλεί να καταβροχθίσει το σύμπαν. Η εμπειρία του να πέφτεις σε «μαύρη τρύπα» είναι μεν καταλυτική, δεν αφήνει κόκαλο που να μην τ
ο σπάσει, αλλά και ακριβώς γι αυτό, είναι θέλοντας και μη διδακτική. Γιατί αυτό που απομένει είναι η αλήθεια. Και η δικιά σου και των άλλων. Και οι άνθρωποι, γυμνοί με την αλήθεια τους, είναι πολύ διαφορετικοί από ότι όταν είναι ντυμένοι.


Το Κλικ συνάντησε τον χάρτινο «θάνατό» του τον Δεκέμβριο του 2005. Πολλοί νομίζουν πως μόνον οι άνθρωποι έχουν ψυχή. ΄Αλλοι πάλι υποστηρίζουν πως οτιδήποτε γεννιέται και πεθαίνει, όπως τα ζώα και τα δέντρα φερ’ ειπείν , διαθέτουν και αυτά ψυχή. 
Εκτός από τα έντομα φυσικά. ΄Αλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι και αυτά που θεωρούμε άψυχα, όπως ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, ένα τραγούδι, ακόμη και ένα περιοδικό, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις και εν πάση περιπτώσει κάτω από την έγκριση του Υψίστου, μπορούν να αποκτήσουν κι αυτά ψυχή.

Max Headroom: 20 Minutes into the Future
Oταν το Κλικ βρέθηκε στον άλλο κόσμο των περιοδικών, δεν καταλάβαινε τι ακριβώς συνέβαινε. Πέρα από το ότι έτρεμε από το φόβο του, κατά τα άλλα αισθανόταν μάλλον καλά, πέρα από μια μικρή κατατονία. Είχε και μία τάση να αρχίσει να πετάει κατά καιρούς, αλλά καθώς σκέφτηκε πως μάλλον θα πετούσε προς τα κάτω, στο τέλος εγκατέλειψε κι αυτή τη σκέψη.
Κι έτσι μην έχοντας τι να κάνει ξάπλωσε σε ένα καναπέ και κοιτούσε το ταβάνι. Τα ταβάνια έχουν ένα μειονέκτημα. Δεν αλλάζουν πολύ. Περνάει ο καιρός και μένουν τα ίδια. Μετά από μερικούς μήνες που ούτε το ταβάνι άλλαζε, αλλά ούτε και το πάτωμα, το Κλικ άρχισε, αργά τα βράδια, να κατεβαίνει στον Παράδεισο των περιοδικών για βόλτα, κάτι που είχε να κάνει πολύ καιρό. Ερημιά.
 Αραιά και που συναντούσε κάποιο άγνωστο περιοδικό μέσα στη νύχτα που συνήθως άλλαζε πεζοδρόμιο. ΄Άλλες φορές έβρισκε και κανένα πορτοκάλι από της γη της Λυδίας. Ξημέρωνε, νύχτωνε και τα πάντα έμεναν τα ίδια. ΄Ένα βράδυ είδε στον ύπνο του την Κόρη του Μεγάλου Μάγου και κάποιο άλλο την Κόρη της Μάγισσας. «Σημαδιακό» σκέφτηκε το Κλικ. Μπορεί και να ήταν. ΄Ωσπου κάποιο απόγευμα ξύπνησε από ένα σκούντημα στον ώμο. Μπροστά του στεκόταν αυτοπροσώπως ο ίδιος ο Μεγάλος Λύκος. «Λύκε εσύ !» έκανε το Κλικ μη πιστεύοντας στα μάτια του. «Εγώ» είπε ο Λύκος τραβώντας την τιράντα του. Και καθώς ο ήλιος έδυε το Κλικ και ο Μεγάλος Λύκος κάθισαν και θυμήθηκαν τα παλιά. ΄
Όταν ο Μεγάλος Λύκος έφυγε εκείνο το απόγευμα το Κλικ κατάλαβε πως ο κύκλος είχε κλείσει και το πεπρωμένο είχε συμπληρωθεί. Και πραγματικά από εκείνη τη μέρα τα πράγματα άλλαξαν. Τα μάγια λύθηκαν και χάρη στον καλό Θεό, όλα πήγαν στη θέση τους. Δηλαδή στην καινούργια θέση τους. Τα πράγματα γίνονται, όπως επρόκειτο να γίνουν από την αρχή του χρόνου και κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι αυτό.

Το Κλικ ξύπνησε στον καινούργιο άλλο κόσμο των περιοδικών. Για να γυρίσει στον παλιό χάρτινο κόσμο του, ούτε σκέψη. Σκέτη ταλαιπωρία. ΄Επρεπε λοιπόν να βρει ένα περιβάλλον εξ ίσου άϋλο όσο και το ίδιο. Και δεν χρειάστηκε να ψάξει και πολύ για να το βρει. Δεν θα μπορούσε όμως πια να ονομάζεται «περιοδικό», άλλωστε ούτε και θα το ’θελε. Και τελικά βρήκε τη λύση. Από δω και στο εξής θα ήταν ένα webzine. Αυτό εκτός από τα άλλα είχε και ένα μεγάλο πλεονέκτημα.
Θα μπορεί μεν να
«κυκλοφορεί» κάθε μήνα , αλλά στη διάρκεια του μήνα θα μπορεί να «συμπληρώνει» την ύλη του ανάλογα με το κέφι του, κάτι που ήταν και είναι αδύνατον να γίνει στον παλιό κόσμο των χάρτινων περιοδικών. Και επιπλέον μια και δεν έχει κανένα υπόλοιπο με το παρελθόν, αλλά ούτε και με το μέλλον του θα αρχίσει την αρίθμησή του και πάλι από το Νο 1.
Και έτσι, είκοσι ένα χρόνια και δύο μήνες μετά, από τον Ιούνιο του 2008, το Κλικ ξεκινάει το καινούργιο του ταξίδι χωρίς υποχρεώσεις και χωρίς υποσχέσεις. ΄Ετσι κι αλλιώς όλα είναι μια ιδέα.

/www.klik.gr/magazine/

Δεν υπάρχουν σχόλια :