Πλημμύρισαν από αφιερώματα για το έργο και τη ζωή του Θόδωρου Αγγελόπουλου όλες τις τελευταίες μέρες τηλεοράσεις, εφημερίδες και περιοδικά! Και ...
αναρωτιέμαι: έπρεπε να φύγει από τη ζωή ο μεγάλος αυτός σκηνοθέτης για να τον... ανακαλύψουμε; Πού ήμασταν όλα αυτά τα χρόνια, που ο Αγγελόπουλος παρουσίαζε τις μεγαλειώδεις ταινίες του στις αίθουσες της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων; Πόσα εισιτήρια έκοβαν αυτές οι ταινίες, που τις εγκωμίαζαν οι πάντες σε όλη την υφήλιο εδώ και δεκαετίες; Γιατί όλοι εμείς, οι θεατές, τον αποφεύγαμε;
Αυτή είναι, δυστυχώς, η Ελλάδα – όπως έλεγε ο Σημίτης. (Ο Σημίτης όμως διοργάνωσε μια γιορτή στο Μαξίμου για να τιμήσει τον σπουδαίο δημιουργό και μιαν άλλη, στον κινηματογράφο Αττικόν, με αρμόδιο υπουργό τον Βενιζέλο. Οι άλλοι, τίποτα! Εκτός από τον Παπούλια και τον Σπηλιωτόπουλο.)
Ποτέ καμία κυβέρνηση δεν κατάλαβε ότι σε τούτη τη χώρα ζει και παλεύει για την τέχνη του ένας καλλιτέχνης που τα έργα του γίνονται αντικείμενο διδασκαλίας στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου! Του έβγαινε η ψυχή του Αγγελόπουλου για να βρει λεφτά για κάθε ταινία του!
Η μητέρα του Θόδωρου έλεγε ότι «τους παιδικούς φίλους τούς στέλνει ο Θεός. Τους άλλους τους διαλέγεις». Ημουν από τους παιδικούς φίλους του Αγγελόπουλου. Το ίδιο και ο Χρήστος Γιανναράς, ο Αλέκος Φασιανός, ο Τρύφων Καρατζάς.
Επαιζε μπάλα μαζί μας, με πάνινα τόπια, στους χωματόδρομους κάτω από τη Μιχαήλ Βόδα. Και διάβαζε λογοτεχνία. Και έγραφε ποιήματα. Και πήγαινε σκαστός στον κινηματογράφο Αρης της οδού Αχαρνών, για να μην τον πάρει χαμπάρι το παπαδαριό που απαγόρευε βιβλία, θεατρικές και κινηματογραφικές παραστάσεις, και προπαντός ερωτικές σχέσεις με κοριτσόπουλα!
Τα έζησα όλα αυτά γιατί ήμουν από την απέναντι μεριά. Ο Θόδωρος ήταν συμμαθητής μου έξι χρόνια στο Β’ Γυμνάσιο και συμφοιτητής μου στη Νομική Αθηνών.
Οι παπάδες και οι οργανώσεις τους είχαν χωθεί ώς το μεδούλι του! Γράφει σχετικά ο Χρ. Γιανναράς στο βιβλίο του «Καταφύγιο ιδεών»: «Τελειώναμε την προτελευταία τάξη (1952) όταν ο πιο στενός μου φίλος,
ο Αγγελόπουλος, μου ανακοίνωσε εμπιστευτικά την απόφασή του να σπουδάσει Θεολογία. Προσπάθησε να μεταπείσει κι εμένα. “Πρέπει να τα δώσουμε όλα για όλα”, έλεγε ο Θόδωρος, “ο δρόμος που ακολουθούμε δεν σηκώνει ημίμετρα”».
Πώς κατάφερε να ξεφύγει ο Αγγελόπουλος από τον σφιχτό μέχρι πνιγμού εναγκαλισμό των παπάδων, των κατηχητών, των ιεροκηρύκων; Δεν θέλησε να μου το εξηγήσει ποτέ.
Πήγε στο Παρίσι, σπούδασε και γύρισε τελείως άλλος άνθρωπος! Παθιασμένος με τον κινηματογράφο και με μια ταλεντάρα που άφηνε άφωνους τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της Ευρώπης.
Την εποχή του Παρισιού (Απρίλης 1962) έγραψε ένα ποίημα, που δεν το δημοσίευσε. Μου το ‘στειλε και το δημοσιεύω εγώ τώρα. «Εχε γεια, φίλε».
«Θυμάμαι ένα καλοκαίρι / βυθισμένο στην άμμο / στην αρμύρα του Σαρωνικού / που κοινώνησα μέρες του Ιουλίου· / και ‘κεί στον βυθό, το πρόσωπό της διάφανο / Να ‘χει ξεχάσει πια τη μουσική βροχή της Κυριακής / να ‘χει ξεχάσει πώς έτρεμε εκεί κάτω / με τη διάθεση φυτεμένη στο νερό / μ’ όλες τις λέξεις στο στόμα; / Ξέρω ένα καλοκαίρι / που έγιναν όλα: / το πρόσωπο, η θάλασσα και συ δίψα μου».
του Λευτέρη Παπαδόπουλου // στα ΝΕΑ
Theodoros Angelopoulos (Image via RottenTomatoes.com) |
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου