Από τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο
Να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα σχετικά με την οικονομία. Όλοι σήμερα αναγνωρίζουν τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Και που μέχρι πριν μερικά χρόνια οι περισσότεροι πεισματικά αρνούνταν. Για δεκαετίες η χώρα ζούσε με δανεικά. Η παραγωγή της, σχηματικά, ήταν κοντά στο εκατό και κατανάλωνε περίπου τριακόσια. Αναπόφευκτα το αδιέξοδο θα έφθανε κάποια στιγμή. Μια και ο δανεισμός θα στέρευε. Κάτι στο οποίο οδηγηθήκαμε γρηγορότερα λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Που δυσκόλεψε την δανειακή λειτουργία των Τραπεζών αλλά έκανε και τους εκτιμητικούς οίκους προσεκτικότερους και αυστηρότερους.
Το πρόβλημα της χώρας είναι... διαρθρωτικό. Έχουμε ανοιχτεί σε παροχές, υπηρεσίες και συστήματα που δεν δικαιολογούνται από το οικονομικό μας επίπεδο και την παραγωγική μας δυναμική. Και τώρα ήρθε δυστυχώς η ώρα να πληρώσουμε τον σχετικό λογαριασμό. Αυτά που ακούγονται από τους δήθεν “ειδικούς” των τηλεοπτικών καναλιών αλλά κι από μερικούς κομματικούς λαϊκιστές, πως δήθεν τα χρήματα που λείπουν τα έκλεψαν οι πολιτικοί η μοιράσθηκαν σε ορισμένες οικογένειες, είναι τουλάχιστον αστειότητες. Τα χρήματα πήγαν σε παροχές, μισθούς και στην δημιουργία νέων δημόσιων φορέων και οργανισμών.
Το γεμάτο αντιφάσεις, αδικίες κι’ ευνοιοκρατικές ρυθμίσεις ελληνικό οικονομικό και κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα έχει φθάσει πλέον στα όριά του. Σχεδόν κανείς δεν απολαμβάνει παροχές σε σχετική αναλογία με όσα προσφέρει. Οι περισσότεροι απαιτούν με κριτήριο τις υποτιθέμενες ανάγκες τους. Κι όχι την πραγματική τους συνεισφορά. Αυτό όμως δεν μπορεί να συνεχισθεί άλλο. Κανείς πλέον δεν δέχεται να μας σέρνει στην πλάτη του.
Το πρόβλημα πλέον βρίσκεται στα χέρια τα δικά μας. Για να αποτραπεί η καταστροφή είναι απαραίτητο να μειώσουμε το δημόσιο οικονομικό έλλειμμα και να εξασφαλίσουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Και στα δύο αυτά οι πάντες συμφωνούν. Διαφωνούν όμως στην μεθοδολογία για την επίτευξή τους. Να καταλάβουμε πως δίχως πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή η προοπτική είναι ανατριχιαστική και μονοδιάστατη. Το επισημαίνω σαν ανησυχητικό ενδεχόμενο από τον περασμένο Νοέμβριο: Εξοδος δηλ. με δική μας πρωτοβουλία από το ευρώ, ώστε να μπορέσει η κυβέρνηση να τυπώσει χρήμα και να πληρώσει μέσα στο 2010 μισθούς και συντάξεις.
Όλοι οι διεθνείς φορείς που ενασχολούνται με την οικονομία μας συνιστούν περικοπές δαπανών. Όπως, εξ άλλου, κάποιοι από εμάς δεν κουραζόμασταν να ζητάμε εδώ και πολλά χρόνια. Το πολιτικό όμως προσωπικό της χώρας, και ιδιαίτερα της κυβέρνησης, δίνει έμφαση στην αύξηση των εσόδων. Με επίκεντρο βέβαια τους νέους και μεγαλύτερους φόρους. Σε μια οικονομία όμως σε κρίση, η αύξηση των φόρων ισοδυναμεί με κίνηση αυτοχειριασμού. Οι διευρυνόμενες επιβαρύνσεις δε της ιδιοκτησίας οδηγούν τα πράγματα στα άκρα. Σε λίγο κανείς δεν θα φέρνει χρήματα, ούτε και θα επενδύει, στη χώρα.
Για τον φόβο του πολιτικού κόστους κανείς δεν ακουμπάει το εξωπραγματικό μέγεθος του κράτους. Για πραγματική μείωση δαπανών. Υπονομεύεται έτσι και η οποιαδήποτε προοπτική ανάπτυξης. Που για να έχει ελπίδες είναι απαραίτητο να χρηματοδοτηθεί από πόρους που θα αφαιρεθούν από τον δημόσιο τομέα. Και που για να επιζήσει είναι απαραίτητο να απαγκιστρωθεί από την σημερινή ασφυκτική δημόσια γραφειοκρατία. Που την τρέφει βέβαια και την συντηρεί ο μεγάλος δημόσιος τομέας.
Η ανάπτυξη δεν έρχεται μέσω δημοσίων επενδύσεων και χρηματικών παροχών σε (και ιδιωτικές ακόμη) επιχειρήσεις. Η αναποτελεσματικότητα των σχετικών πρωτοβουλιών σε ΗΠΑ και Βρετανία αποδεικνύουν του λόγου το ασφαλές. Αυτή επιτυγχάνεται με την ανακούφιση του ιδιωτικού τομέα μέσω κατάργησης πολλών φορολογικών επιβαρύνσεων. Που σήμερα συνιστούν πόρους που απορροφούνται από το μεγάλο κράτος. Λιγότερο κράτος (άρα και λιγότερη γραφειοκρατία), λιγότεροι φόροι, περισσότερα χρήματα διαθέσιμα στον ιδιωτικό τομέα, περισσότερη ανάπτυξη. Αυτή είναι η μοναδική φόρμουλα επιτυχίας για το αύριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου