Υπάρχει μία μερίδα του κόσμου -και δεν νομίζω να σας λέω κάτι καινούργιο- που θα μπορούσε θαυμάσια στις εκλογές να δώσει την ψήφο του είτε στην Κεντροδεξιά είτε στην Κεντροαριστερά. Το έχει κάνει άλλωστε επανειλημμένως στο παρελθόν, κάθε φορά όμως υπό μία προϋπόθεση, που είναι πάντοτε η ίδια: Οτι η επιλογή τους υπαγορεύεται από την αντίληψη του γενικότερου συμφέροντος της χώρας, όπως αυτή προκύπτει από τη λογική ανάλυση της κατάστασης των πραγμάτων.
Πείτε τους ανθρώπους αυτούς «μεσαίο χώρο», «σοβαρούς ανθρώπους» ή όπως αλλιώς σας αρέσει, έχουν πάντως .......
......... συγκεκριμένα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά: Εχουν μια σχετική οικονομική άνεση (χωρίς απαραιτήτως να είναι πλούσιοι), έχουν μόρφωση, χάρη στην οποία οι πνευματικοί ορίζοντές τους υπερβαίνουν τη μιζέρια των ιδεολογιών και του συμπλεγματικού μικροελλαδισμού, τέλος, οι άνθρωποι αυτοί ασκούν, κατά κανόνα, επιρροή στο κοινωνικό περιβάλλον τους.
Μιλώ για τους ανθρώπους οι οποίοι αποστρέφονται τον δογματισμό και αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με τη στάση του σκεπτικισμού, εξετάζοντας δηλαδή κάθε φορά το πρόβλημα υπό το πρίσμα της λογικής και χωρίς φανατισμό. Τους ανθρώπους για τους οποίους ο λόγος προηγείται και καθορίζει τις επιλογές τους. Ισως η στάση τους εξηγείται επειδή ανήκουν στη μεσαία τάξη και, ως εκ τούτου, έχουν συναίσθηση του πόσον επισφαλής είναι η κοινωνική θέση τους: Δεν είναι πλούσιοι, ώστε να νιώθουν την ασφάλεια ότι οι ίδιοι θα επιζήσουν από τη γενική καταστροφή, δεν είναι όμως ούτε και φτωχοί, ώστε η καταστροφή να μην απειλεί τη θέση τους.
Σε γενικές γραμμές, οι άνθρωποι αυτοί ψήφισαν το 1996 τον Κώστα Σημίτη, κρίνοντας ότι η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ διασφάλιζε τα συμφέροντά της - και ως προς αυτό δικαιώθηκαν, όπως απεδείχθη από τη διεθνή στήριξη που βρήκε η χώρα όταν χρεοκόπησε. Ψήφισαν, επίσης, τον Κώστα Καραμανλή, το 2004, πιστεύοντας ότι ήταν αποφασισμένος να καταπιαστεί με το πρόβλημα του υπερτροφικού κράτους και των ελλειμμάτων του - αλλά εκεί διαψεύσθηκαν και το μετάνιωσαν πικρά. Αυτός ο κόσμος (τον οποίο, αν καταλαβαίνω σωστά, εκφράζει τούτη η εφημερίδα) στις συζητήσεις που γίνονται ομολογεί αυτό το οποίο έγραψε προ τριών εβδομάδων στη στήλη του ο Στάμος Ζούλας: Οτι, καλώς η κακώς, δυστυχώς ή ευτυχώς, σήμερα η μόνη αναλαμπή ελπίδας από τον πολιτικό κόσμο εκπορεύεται από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τον Γιώργο Παπανδρέου.
Το ερώτημα που με απασχολεί όμως είναι πώς και γιατί η Ν. Δ. του Αντώνη Σαμαρά επιτρέπει να συμβαίνει αυτό, παραδιδόμενη σε έναν άνευ προηγουμένου αριστερόστροφο λαϊκισμό με τη συστηματική και κατά κόρον δαιμονοποίηση του Μνημονίου. Τέσσερα είναι τα ενδεχόμενα και θα τα εξετάσω παρακάτω με τη σειρά.
Πρώτον, ο Αντώνης Σαμαράς και ο περί αυτόν κύκλος να μην καταλαβαίνουν την αποξένωση της Ν. Δ. από τη μεσαία τάξη. Πράγμα το οποίο θεωρώ εξόχως απίθανο, όχι για τις ανάγκες της ειρωνείας που πρέπει να διανθίζει το κείμενο, αλλά επειδή δεν τολμώ να διανοηθώ ότι το μεγάλο και ιστορικό κόμμα της Ν. Δ. μπορεί να έχει περιέλθει στα χέρια μιας τόσον ανεπαρκούς ηγεσίας! Επομένως, αυτό αποκλείεται.
Δεύτερον, ενδέχεται η ηγεσία της Ν. Δ. να καταλήγει στην πεπατημένη του «ώριμου φρούτου», εξαιτίας της αδυναμίας της να συλλάβει και να εφαρμόσει μια στρατηγική προς την εξουσία. Η στρατηγική του «ώριμου φρούτου» θα ήταν ίσως εφικτή, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα βρισκόμασταν ακόμη στην προ χρεοκοπίας εποχή. Αν ίσχυε αυτό, τότε θα μπορούσε βασίμως να ελπίζει ο Αντώνης Σαμαράς ότι, με λίγη προσοχή εκ μέρους του, θα έφθανε κάποια στιγμή η ώρα του να κυβερνήσει. Ομως το υπόβαθρο για να λειτουργήσει η θεωρία δεν υπάρχει, αφού οι δυνατότητες διακυβέρνησης μέσω της διεύρυνσης των ελλειμμάτων και της διόγκωσης του δανεισμού έχουν πλέον εκλείψει: There is no free lunch anymore, για να θυμηθούμε τη Θάτσερ.
Τρίτον, μπορεί ο Αντώνης Σαμαράς να έχει πάρει στα σοβαρά τις αναλύσεις ορισμένων εκκεντρικών και sui generis συμβούλων του, οι οποίοι πιστεύουν ότι η μεσαία τάξη θα εξαλειφθεί εντελώς από την κρίση και, επομένως, εκείνος με την πολιτική του οφείλει να γίνει αρεστός στα χαμηλότερα (από πάσης απόψεως) κοινωνικά στρώματα. Πρόκειται για υπολογισμό πολύ παρακινδυνευμένο, ώστε να μπορεί να βασισθεί κανείς σε αυτόν και ακούγεται μάλλον ως προσπάθεια για την εκ των υστέρων εκλογίκευση προσωπικών και πολιτικών ελλειμμάτων, παρά ως κάτι βαθύτερο.
Τέταρτον και χειρότερο είναι ο Αντώνης Σαμαράς, στο βάθος, να μην ενδιαφέρεται πραγματικά να είναι ηγέτης ενός μεγάλου κόμματος εξουσίας. Μπορεί να νιώθει μεγαλύτερη ψυχολογική άνεση με ένα κόμμα μικρότερο, κλειστό, περιχαρακωμένο και ευκολότερα ελεγχόμενο. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να τον μεμφόμαστε για το παραμικρό. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε είναι σε καλό δρόμο! Με τη διαφορά ότι ο δρόμος αυτός δεν οδηγεί στην εξουσία...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου