Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Η ιστορία της Πρωτομαγιάς

Η εργατική γιορτή της Πρωτομαγιάς ξεκίνησε το 1889, κατά το ιδρυτικό συνέδριο της δεύτερης σοσιαλιστικής διεθνούς στο Παρίσι, προς τιμήν της εργατικής εξέγερσης στο Σικάγο το 1886, όπου οι εργάτες ξεσηκώθηκαν για να διεκδικήσουν οκτάωρο και καλύτερες εργασιακές συνθήκες. Στην Ελλάδα, η εργατική Πρωτομαγιά γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 1893. Κάποιοι από τους εορτασμούς έχουν συνδεθεί με έντονα και αιματηρά επεισόδια. Κατά τις δεκαετίες του 20 και του 30, όπου η Ελλάδα αντιμετώπιζε τεταμένες κοινωνικές συνθήκες λόγω της έλευσης των προσφύγων και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, κάποιοι από τους εορτασμούς της Πρωτομαγιάς συνοδεύτηκαν ακόμα και από θανάτους διαδηλωτών. Κάποια όμως από τα εργασιακά κεκτημένα της κοινωνίας, κατακτήθηκαν εκείνη την περίοδο. Σε άρθρο των Νέων, ο Γκαζμέτ Καπλάνι αναφέρει ότι στα κομμουνιστικά καθεστώτα η Πρωτομαγιά ήταν η πιο σημαντική γιορτή. Ο αρθρογράφος, όταν ήταν νέος στην Αλβανία, ονειρευόταν να δει τη Δύση και να ενωθεί με τους δυτικούς προλετάριους. Βλέποντας τώρα την κατάσταση, συνειδητοποιεί ότι...
η πτώση του σοσιαλισμού μετέτρεψε τον καπιταλισμό σε ένα όλο και πιο αλαζονικό σύστημα.


Απεικόνιση των διαδηλώσεων στο Σικάγο το 1886  Θοδωρής Ρουμπάνης, εφημερίδα Έθνος
"Πρωτομαγιές εν μέσω κρίσεων"
"Κοινωνικές εκρήξεις που σημάδεψαν την Ελλάδα και οδήγησαν σε αιματηρά γεγονότα από τη θέσπιση της εργατικής γιορτής το 1889 από τη Δεύτερη Διεθνή.
Αγωνιστική διαδρομή 117 χρόνων συμπληρώνει φέτος η εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα...
1893: Οι κοινωνιστές εν δράσει
Απαίτηση η κυριακάτικη αργία και το οκτάωρο εργασίας μετά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν»
Η διάσημη φράση «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» ειπώθηκε από τον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη στις 10 Δεκεμβρίου 1893. Είχαν αποβεί άκαρπες οι πολύχρονες προσπάθειες για την εξασφάλιση διεθνούς οικονομικής στήριξης.
Η εργατική συγκέντρωση της Αθήνας είχε πραγματοποιήθηκε στις 2 Μαΐου, ενώ το καζάνι ήδη έβραζε. Το ψήφισμα επιδόθηκε στον πρόεδρο της Βουλής την 1η Δεκεμβρίου από τον κοινωνιστή Σταύρο Καλλέργη, εκδότη της εφημερίδας «Σοσιαλιστής».
Ο πρωτοπόρος σοσιαλιστής, αφού παρέδωσε το ψήφισμα, ανέβηκε στα δημοσιογραφικά θεωρεία, όπου περίμενε με ανυπομονησία την εκφώνησή του.
Όμως, ο Πρόεδρος κωλυσιεργούσε και «ησχολείτο με την ανάγνωσιν ετέρων αναφορών, προερχομένων εκ διαφόρων προσώπων και πραγματευομένων κατά το μάλλον και ήττον περί ανέμων και υδάτων», όπως ο ίδιος έγραψε στον «Σοσιαλιστή».
Ο Καλλέργης από τα θεωρεία άρχισε να διαβάζει το ψήφισμα «στεντορεία τη φωνή». Έξαλλος ο πρόεδρος διέταξε τους χωροφύλακες να τον συλλάβουν.
Εκείνοι τον χτύπησαν με τα κοντάκια των όπλων και τον οδήγησαν στο Τμήμα. Δικάστηκε στις 9 Δεκεμβρίου και καταδικάστηκε σε κράτηση 10 ημερών, τις οποίες εξέτισε στις φυλακές του παλαιού Στρατώνα.
Τα αιτήματα του ψηφίσματος αφορούσαν την καθιέρωση της Κυριακής αργίας, του οκτάωρου και της απονομής σύνταξης στους απόμαχους της δουλειάς. Ανέφερε:
- Την Κυριακήν να κλείωσιν τα καταστήματα, καθ’ όλην την ημέραν, και οι πολίται να αναπαύωνται.
- Οι εργάται να εργάζωνται οκτώ ώρας την ημέραν.
- Να απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καθιστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και των οικογενειών των...
Απεργοί εργαζόμενοι της Θεσσαλονίκης σε πρωτομαγιάτικη φωτογραφία, μετά την ίδρυση της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ 1924: Ο πρώτος νεκρός
Ο στρατός ανοίγει πυρ με θύμα τον Παρασκευαΐδη και 12 τραυματίες
Από τον Μάρτιο του 1924 πρωθυπουργός είχε αναλάβει ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, που στις 13 Απριλίου διεξήγαγε το δημοψήφισμα, με το οποίο επικυρώθηκε η πολιτειακή αλλαγή.
Η πρώτη ημέρα του Μαΐου είχε οριστεί για την ορκωμοσία των δημόσιων υπαλλήλων και των Ενόπλων Δυνάμεων στο νέο πολίτευμα. Την ίδια μέρα τα κόκκινα συνδικάτα θέλησαν να οργανώσουν συγκέντρωση για να γιορτάσουν την εργατική Πρωτομαγιά. Η κυβέρνηση την απαγόρευσε.
Παρά ταύτα, στην πλατεία Δημοτικού Θεάτρου (μετέπειτα πλατεία Κοτζιά) συγκεντρώθηκαν κάπου χίλια άτομα, ως επί το πλείστον οπαδοί του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚΕ), μετέπειτα Κομμουνιστικού.
Η παρευρισκόμενη στρατιωτική δύναμη τους διέταξε να διαλυθούν. Δεν συμμορφώθηκαν και ο Στρατός πυροβόλησε (στον αέρα, κατά την επίσημη έκθεση) και ακολούθησε συμπλοκή. Νεκρός έπεσε ο 24χρονος εργάτης Σωτήρης Παρασκευαΐδης, ενώ τραυματίστηκαν 12 διαδηλωτές και 5 στρατιώτες.
Ο Παπαναστασίου έκανε λόγο «περί εφαρμογής της παλαιάς κομμουνιστικής τακτικής, που απέβλεπε εις την καλλιέργειαν του μίσους κατά παντός αστικού καθεστώτος».
Ωστόσο, ο ιστορικός Γρηγόριος Δαφνής στο έργο του «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων» προχωρεί σε δύο παρατηρήσεις:
- Τα γεγονότα προκλήθηκαν κυρίως από έλλειψη ψυχραιμίας των επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων.
- Το ΚΚΕ την εποχή εκείνη «διήνυε την βρεφικήν ηλικίαν και ο εξ αυτού κίνδυνος ήτο τελείως ανύπαρκτος»
...
1936: Πεδίο μάχης
Μέρα Mαγιού μού μίσεψες
Ο χειμώνας του 1936 ήταν ο πιο άγριος των τελευταίων ετών. Η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει στα ύψη τις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης και η κατάσταση των εργαζομένων έχει γίνει δυσβάστακτη. Απεργιακές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από τον Φεβρουάριο με τους λιμενεργάτες, τους αυτοκινητιστές, τους τροχιοδρομικούς, τους εργάτες βενζίνης στη Σελ και την Γκρεκοπετρόλ, τους καπνεργάτες της Καβάλας και τους κλωστοϋφαντουργούς του Νέου Φαλήρου. Πρωθυπουργός ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, που ετοιμαζόταν για τη δικτατορία, που θα εγκαθιδρύσει στις 4 Αυγούστου.
Θρυαλλίδα αποτέλεσαν οι απολύσεις και το λοκ άουτ, με τα οποία απάντησαν οι καπνέμποροι στα αιτήματα της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας. Η απεργία, που ξέσπασε στις 29 Απριλίου, γενικεύτηκε σε όλη τη χώρα την επομένη.
Η Πρωτομαγιά γιορτάστηκε με δύο συγκεντρώσεις, στο Μπεχτσινάρ και στο Σέιχ Σου. Οι επιθέσεις της Χωροφυλακής θα αρχίσουν από τις 2 του μηνός και θα πάρουν μεγάλη έκταση στις 8 Μαΐου, οπότε το κέντρο της Θεσσαλονίκης μετατράπηκε σε πεδίο μάχης. Η απεργία είχε γενικευτεί σε όλα τα εργοστάσια της συμπρωτεύουσας, στις μεταφορές, στους σιδηροδρόμους. Κάθε κίνηση παρέλυσε.
Διατάχτηκε να επέμβει ο Στρατός, αλλά εκδηλώθηκαν μαζικά κρούσματα απειθαρχίας φαντάρων και αξιωματικών. Στις επιθέσεις οι απεργοί δεν κάθισαν με σταυρωμένα τα χέρια. Απάντησαν μαχητικά. Οι συγκρούσεις πήραν μεγάλες διαστάσεις.
Στήθηκαν οδοφράγματα. Η Χωροφυλακή χρησιμοποίησε τα όπλα. Οι 300 τραυματίες ήταν ο πρόλογος του αιματοκυλίσματος της επομένης.
Την άλλη μέρα, στην πλατεία Ελευθερίας συγκεντρώθηκε 150.000 λαού. Με τη νέα ένοπλη επίθεση των Δυνάμεων Ασφαλείας, νεκροί και τραυματίες βάφουν με αίμα τους δρόμους της πόλης.
Το λουτρό αίματος της 9ης Μαΐου δεν στάθηκε ικανό να σταματήσουν οι κινητοποιήσεις. Θα διακοπούν στις 14 του μηνός, όταν δόθηκαν υποσχέσεις για απελευθέρωση των συλληφθέντων, χορήγηση συντάξεων στις οικογένειες των νεκρών και ικανοποίηση μέρους των αιτημάτων."
Γκαζμέντ Καπλάνι, εφημερίδα Τα Νέα
"Η Πρωτομαγιά και οι νεκροθάφτες"
"Όποιος έχει ζήσει σε κομμουνιστικό καθεστώς την Πρωτομαγιά δεν την ξεχνά. Ήταν η πιο σημαντική γιορτή. Ο ανοιξιάτικος ήλιος έλαμπε και εμείς, μαθητές λυκείου, ξελαρυγγιζόμασταν φωνάζοντας «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!».
ΤΟ φωνάζαμε με πάθος. Το όνειρό μας ήταν να ενωθούμε με τους προλετάριους των άλλων χωρών, ειδικά αυτούς της Δύσης. Να τους κάναμε έστω μια επίσκεψη. Ήταν, όμως, αδύνατον. Δεν μας άφηναν τα σύνορα και οι χαφιέδες. Μας «προστάτευαν» από την επαφή με τον καπιταλιστικό κόσμο, για να μη μολυνθούμε. Εμείς δε, στην Αλβανία, δεν μπορούσαμε να ενωθούμε ούτε με τους προλετάριους του σοβιετικού μπλοκ. Ενωθήκαμε, προσωρινά, με αυτούς της Κίνας, αλλά και εκείνοι μας εγκατέλειψαν. Αλλά εμείς συνεχίζαμε να φωνάζουμε δυνατά κάθε Πρωτομαγιά: «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!». Μήπως μας ακούσουν και έρθουν αυτοί, τουλάχιστον, να ενωθούν μαζί μας. Δεν ερχόταν κανείς, δυστυχώς...
«Εσείς είστε οι νεκροθάφτες του καπιταλισμού» έλεγε με πάθος ο καθηγητής του Μαρξισμού- Λενινισμού ανήμερα την Πρωτομαγιά. Πάνω από το κεφάλι του, η φωτογραφία του Μαρξ, κρεμασμένη στον τοίχο. Φαινόταν τόσο πένθιμη. Κατάλληλη για γραφείο τελετών, λέγαμε, κρυφά, εμείς οι «νεκροθάφτες»...
Μετά την παρέλαση της Πρωτομαγιάς, εμείς οι «νεκροθάφτες» πηγαίναμε στα φτωχικά μας σπίτια. Ανοίγαμε την τηλεόραση μήπως και πιάσουμε, προσέχοντας μη μας δουν οι χαφιέδες, εικόνες από τους προλετάριους των άλλων χωρών. Την Πρωτομαγιά διαδήλωναν και εκείνοι. Κάποιοι από αυτούς με κόκκινες σημαίες, σφυροδρέπανα και φωτογραφίες του Μαρξ. Ο δικός τους Μαρξ φαινόταν διαφορετικός. Δεν ήταν πένθιμος και τρομαγμένος όπως ο δικός μας. Αλλά και οι προλετάριοι της Δύσης δεν ήταν έτσι όπως τους περιέγραφε ο καθηγητής (μ-λ). Φαίνονταν καλοντυμένοι και καλοθρεμμένοι. Καμιά φορά, μετά τις διαδηλώσεις, διοργάνωναν ροκ συναυλίες. Γιατί εκεί ο Μαρξ μπορούσε να συνυπάρχει με το ροκ; Ενώ σε μας το ροκ θεωρούνταν «έκφυλη μουσική των αστών»; Βλέποντας όλα αυτά, θέλαμε και εμείς να γίνουμε προλετάριοι σαν εκείνους των καπιταλιστικών χωρών...
ΤΟΝ καθηγητή (μ-λ) τον είδα ξανά ύστερα από χρόνια. Όταν τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην Ευρώπη είχαν γίνει παρελθόν. Εκείνος, άνεργος πια, πουλούσε μπανάνες στον δρόμο, για να επιβιώσει. Την εποχή του κομμουνισμού δεν υπήρχαν μπανάνες. Στην Αλβανία και στις άλλες πρώην κομμουνιστικές χώρες είχαν φθάσει οι μπανάνες και ο καπιταλισμός. Ο τελευταίος με τη μορφή που την περιέγραφε ο καθηγητής: «Κέρδος ή θάνατος». Βρεθήκαμε από τη φυλακή στη ζούγκλα. Οταν με είδε ο καθηγητής (μ-λ), ένιωσε αμήχανα. Και εγώ το ίδιο. Χαιρετηθήκαμε τυπικά. Είχε το βλέμμα του ηττημένου ανθρώπου. Στο στήθος του όμως είχε ακόμα κρεμασμένη μια κονκάρδα με την εικόνα του Μαρξ. Θυμήθηκα που μας έλεγε «εσείς είστε οι νεκροθάφτες του καπιταλισμού». Μου ήρθε να του πω ότι τελικά ο καπιταλισμός αποδείχθηκε πως ήταν ο μεγαλύτερος «νεκροθάφτης» της εποχής μας. «Εθαψε» τον φασισμό και τον κομμουνισμό. Έφυγα, όμως, χωρίς να πω τίποτα... Ήμουν ένας από τους πολλούς που περίμεναν πώς και πώς να ανοίξουν τα σύνορα. Να πάμε να ενωθούμε με τους προλετάριους των άλλων χωρών, όπως έλεγε το σύνθημα. Όχι όμως για να καταστρέψουμε τον καπιταλισμό, αλλά για να γίνουμε δικό του κομμάτι. Πήγαμε όπου μπορέσαμε. Εκεί όπου πιστεύαμε ότι οι προλετάριοι των άλλων χωρών ζουν τη ζωή που εμείς ονειρευόμασταν. Ανακαλύψαμε, έπειτα, ότι ο καπιταλισμός δεν ήταν και τόσο ευγενικός. Ανακαλύψαμε ότι κάποιοι από τους προλετάριους των άλλων χωρών δεν μας γούσταραν και τόσο. Καμιά φορά ήταν πιο εχθρικοί και από τα αφεντικά. Όσο πιο προλετάριοι ήταν ή φοβόντουσαν ότι θα γίνουν, τόσο πιο πολύ μας φοβόντουσαν. Η μεγαλύτερη ειρωνεία ήταν ότι καταλάβαμε πως ο καπιταλισμός στη Δύση είχε γίνει ευγενικός και επειδή εμείς και η φυλακή μας λειτουργούσαν σαν σκιάχτρο απέναντί του. Τώρα που το αντίπαλον δέος είχε καταρρεύσει, ο καπιταλισμός άρχισε να γίνεται αλαζονικός. Να μοιάζει, κάπως, με αυτόν που περιέγραφε ο Μαρξ... "

Δεν υπάρχουν σχόλια :