Έχω κι εγώ μπλογκ. Να κάτι που δεν ξέρουν ακόμα και πολύ κοντινοί μου άνθρωποι. Σε αυτό γράφω πάνω-κάτω ό,τι μου κατεβαίνει, από τα εστιατόρια που πήγα να φάω μέχρι τα τραγούδια που μ’ αρέσουν και από τις ταινίες που είδα στο σινεμά μέχρι τις ανασφάλειες και τις γκρίνιες μου, τις μικρές μου τραγωδίες και τις προσωπικές μου κωμωδίες.
Αλλά αντίθετα με τα ρεπορτάζ που έχουν την τύχη να δημοσιεύονται στην «Καθημερινή», τα κείμενα αυτά «ανεβαίνουν» ανυπόγραφα.
Και βέβαια η ερώτηση στα χείλη όλων είναι... «ε, και;». Ακριβώς. Το να περηφανεύεται κάποιος επειδή έχει μπλογκ είναι σαν να ........
........... κομπάζει που έχει μολύβι και χαρτί. Δε λέμε, καλό είναι, αλλά δεν σε τοποθετεί ακριβώς και σε ξεχωριστή κατηγορία!
Το Ιντερνετ, αρχικώς, και στη συνέχεια οι πλατφόρμες των μπλογκ, έδωσε σε όλους τη δυνατότητα να τοποθετήσουν την ενδεχομένως κουτσή και στραβή, αλλά σε κάθε περίπτωση καταδική τους άποψη σε κοινή θέα. Αλλά μέχρις εκεί.
Το να αναφερόμαστε λοιπόν έτσι γενικά στους «μπλόγκερ» είναι σαν να τοποθετούμε στην ίδια κατηγορία την Κριστιάν Αμανπούρ και τον ρεπόρτερ Ιορδάνη του Star, επειδή και οι δύο κρατούν μικρόφωνο και κοιτούν μια κάμερα. Τυχαίο; Εντελώς!
Η αλήθεια είναι ωστόσο ότι ήταν οι ίδιοι οι μπλόγκερ που πρώτοι και καλύτεροι κήρυξαν την ανεξαρτησία τους και άρχισαν να αυτοπροσδιορίζονται ούτε λίγο ούτε πολύ ως ξεχωριστή ομάδα... επιλέκτων. Εφτασαν σε σημείο να συζητούν μεταξύ τους αποκλείοντας τους «μη έχοντες εργασίαν» (ήτοι μπλογκ), να γίνονται αυταρχικοί, συχνά αυθάδεις, να φτάνεις με λίγα λόγια να εύχεσαι να μη σου λάχει να βρεθείς βορά στα νύχια τους (και έχοντας πρόσβαση στο Ιντερνετ σε θέση να διαβάζεις τα σχόλιά τους).
Ηταν σε έναν βαθμό αναμενόμενο. Και κανείς να μη σε διαβάζει, το μπλόγκινγκ προσδίδει στη γνώμη σου βαρύτητα, βάζει αέρα στα πανιά (και στα μυαλά) σου.
Οι σκόρπιες σκέψεις σου αιχμαλωτίζονται, γίνονται κείμενο που αναρτάται πλάι πλάι με τα «σημαντικά» στην αρχαία αγορά του Διαδικτύου. Ακόμα και μια συνταγή μαγειρικής να καταθέσεις, αισθάνεσαι ότι παρεμβαίνεις στα γαστρονομικά της χώρας. Ασε που το κάνεις φορώντας τις πιτζάμες σου – καλύτερα δεν γίνεται.
Αλλά ας χαλαρώσουμε. Και οι μεν και οι δε (και όσοι από εμάς ανήκουν και στους δύο). Ούτε οι «έντυποι» χρειάζεται να κηρύξουν(-με) τον ανένδοτο στα μπλογκ (μολονότι φοβάμαι ότι οι εφημεριδάδες και οι περιοδικατζήδες βαρέθηκαν να παίζουν τους «αιώνιους», θέλουν νέο αίμα...) ούτε και οι μπλόγκερ χρειάζεται να συμπεριφέρονται(-μαστε) σαν τους Ρομπέν των δασών (όταν τουλάχιστον δεν κάνουμε κινητοποιήσεις για τα δάση).
Ο εκδημοκρατισμός της δημοσίευσης μόνο καλά πράγματα μπορεί να φέρει. Το μπλόγκινγκ βρέθηκε στον δρόμο μας ακριβώς τη στιγμή που το χρειαζόμασταν: όταν ο κόσμος ένιωθε ότι έχει φωνή μόνο στα γήπεδα και μία φορά κάθε τετραετία. Δεν έφτανε. Το γράψιμο, ακόμα κι αν το λες «ποστάρισμα», αποφορτίζει, εκτονώνει, δίνει μορφή στη δημιουργικότητά σου και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ηθελημένα ή τυχαία, προχωράει τη συζήτηση. Ακόμα και όσοι έχουν βρει στην ανωνυμία του Ιντερνετ τη θέση τους στον ήλιο, αυτοί που κάθονται πιθανότατα πίσω από κάποιο γραφείο φορώντας το κοστούμι τους και βρίζουν στα κρυφά τα γραφόμενα άλλων, ακόμα κι αυτοί επιτελούν ένα έργο. Τουλάχιστον ξέρουμε ότι υπάρχουν και αυτοί και ο θυμός τους (και δεν το δείχνουν μόνο στα παιδιά και τη γυναίκα τους γυρνώντας σπίτι το μεσημέρι). Ας είναι καλά.
Είναι μοιραίο: Κάποια στιγμή, το τοπίο θα ξεκαθαρίσει. Η τεχνολογία μείωσε τις αποστάσεις, γεφύρωσε χάσματα, μας έδωσε φωνή, αλλά πάντα η ειδοποιός διαφορά θα κρύβεται στην ίδια τη σκέψη, την άποψη, στην ομορφιά της διατύπωσης. Προφανώς η ποιότητα δεν είναι το μοναδικό κριτήριο (πάντα τα lifestyle περιοδικά θα «φεύγουν» στα περίπτερα περισσότερο από τα Newsweek αυτού του κόσμου, όπως και τα τρωκτικά θα επιβιώνουν στις πιο αντίξοες συνθήκες), αλλά το περιεχόμενο είναι και θα παραμείνει ο αδιαφιλονίκητος βασιλιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου