Άρθρο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Φαίνεται πως δεν έχουμε ακριβώς καταλάβει τι έχει συμβεί. Τα πάντα ακούγονται εκτός από την αλήθεια. Ήρθε το ΔΝΤ να εξανδραποδίσει τους Έλληνες. Αυτή την εκδοχή την διακινεί κυρίως η Αριστερά και η λεγόμενη Λαϊκή Δεξιά. Οι ανίκανοι πολιτικοί διέλυσαν την χώρα και πολλοί έχουν ευθύνη για τα λεφτά που λείπουν γιατί τα έκλεψαν. Αυτά κυρίως ακούγονται από λογής σχολιαστές των ραδιοφώνων και γράφονται σε διαδικτυακά μπλόγκς. Να πληρώσει η πλουτοκρατία (Τράπεζες, βιομήχανοι, εφοπλιστές) που ξεζούμισε τα δημόσια ταμεία. Κι όχι ο λαός, που δεν φταίει σε τίποτα. Την άποψη αυτή προωθούν εκπρόσωποι του ΚΚΕ και κάποιοι φωνασκούντες του Σύριζα.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα; Η ελληνική κοινωνία δυσκολεύεται να καταλάβει και πολύ περισσότερο να αποδεχθεί πως το πρόβλημα είναι... το ίδιο το κράτος. Κι όχι τόσο πολύ οι πολιτικοί που το διοικούν. Η αποκαλούμενη από πολλούς «πολιτεία» δεν αποτελεί, όπως η ελληνική κοινωνία έχει μάθει, την λύση. Αλλά την καρδιά του προβλήματος. Η ελληνική κοινωνία ζεί για πάνω από τριάντα χρόνια με δανεικά. Οι αυξήσεις που είχε δώσει τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μισθούς και συντάξεις, κάτω από τους θριαμβευτικούς αλαλαγμούς του συνόλου σχεδόν των μέσων ενημέρωσης και την ενθουσιώδη υποδοχή λογής κοινωνικών φορέων, ήταν από πόρους ανύπαρκτους. Από χρήματα δηλ. που δεν υπήρχαν. Και βέβαια δανείσθηκε για να μπορέσει να τα πληρώσει. Από ποιους δανείσθηκε; Μα και βέβαια από τους σημερινούς υποτίθεται δυνάστες του ελληνικού λαού. Από τους διεθνείς τραπεζίτες δηλ. και τους απανταχού κερδοσκόπους.
Το πρόβλημα όμως δεν ήταν απλά πως τα ποσά των παροχών αυτών προήλθαν από δανεισμό. Αλλά ότι οι δαπάνες αυτές αποτελούσαν υποχρεώσεις του κράτους πλέον μόνιμες και διογκούμενες. Μόνιμες διότι δεν επρόκειτο ποτέ οι αυξημένοι αυτοί μισθοί και οι συντάξεις να μειωθούν στο μέλλον. Και διογκούμενες διότι, καθιερώνοντας ταυτόχρονα και την αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή, τα ποσά αυτά αναπόφευκτα αυξάνονταν συνεχώς. Με τις πρόσθετες μάλιστα προσλήψεις στο δημόσιο, την σταδιακή αύξηση των κρατικών φορέων και την διόγκωση του αριθμού των κρατικών οργανισμών και υπηρεσιών η μεγέθυνση των χρηματικών αυτών εκροών γιγαντώθηκε. Ολες όμως αυτές οι καινούργιες και μεγάλες δαπάνες πραγματοποιούνταν από πόρους που δεν υπήρχαν. Το εισόδημα της χώρας αυξανόταν ελάχιστα σε σχέση με τις καινούργιες της υποχρεώσεις. Φυσιολογική λοιπόν προσφυγή ήταν και πάλι ο δανεισμός.
Κάθε καινούργιος δανεισμός βέβαια προσέθετε μεγαλύτερα βάρη στα οικονομικά του κράτους. Διότι εκτός των δαπανών για μισθούς και συντάξεις μεγάλωναν και οι υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους. Ηδη από το 1985 τα πράγματα είχαν φθάσει σε οριακά επίπεδα. Η αντικατάσταση Αρσένη από τον Κ. Σημίτη στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έγινε για να συμμαζευτούν κάπως τα πράγματα. Το 1990 η κυβέρνηση Ζολώτα δυσκολευόταν να πληρώσει μισθούς και συντάξεις. Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξασφάλισε ειδικό δάνειο από την ΕΕ για τον σκοπό ακριβώς αυτό (δεν υπήρχε τότε η Ευρωζώνη και σε αντάλλαγμα του δανείου απελευθερώθηκε η αγορά των καυσίμων και εισήχθησαν αυστηρότεροι κανόνες ανταγωνισμού).
Το δημόσιο όμως συνέχισε να μεγαλώνει. Τα κόμματα ψηφίζονταν με βάση την ικανότητά τους να διορίζουν πολίτες στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Οι οποίοι, αφού διορίζονταν, έβρισαν φανατικούς συμπαραστάτες και στα κόμματα της Αριστεράς. Οι χτεσινοί ρουσφετολόγοι (σύμφωνα με το λεξιλόγιο της Αριστεράς) μετατρέπονταν σε ένα βράδυ σε καταπιεσμένους εργαζόμενους με δίκαια μισθολογικά και θεσμικά (βλ. μονιμοποίηση) αιτήματα.
Μπήκαμε στην συνέχεια με παραποιημένα στοιχεία στη Ευρωζώνη κι αναλάβαμε – σαν τελειωτικό χτύπημα – τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και ήρθε η κυβέρνηση Καραμανλή, με προμετωπίδα την λαική δεξιά και την αντι-φιλελεύθερη «ήπια προσαρμογή», για να ολοκληρώσει τον ενταφιασμό της οικονομίας. Είναι λοιπόν προφανές πως η καταστροφή δεν προήλθε από κάποιο δήθεν πάρτυ της πλουτοκρατίας. Αλλά από την γιορτή των παροχών, σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και κυρίως στον δημόσιο τομέα, από χρήματα που δεν υπήρχαν. Τα λεφτά δεν τα έφαγαν πολιτικοί και λαμόγια. Αφού το 70% των δαπανών του κράτους πηγαίνει σε μισθούς και συντάξεις του δημοσίου. Που κυρίως εξανεμίζουν τους κόπους του λαού. Μόνο το 10% πηγαίνει σε δραστηριότητες, Οπου βρίσκονται οι εργολαβίες και οι προμήθειες. Αρα και οι πιθανές «λοβιτούρες». Τέλος, τα μέτρα του ΔΝΤ, και συνολικά της τρόικας, δεν έχουν στόχο την καταβαράθρωση των Ελλήνων. Αλλά την εξασφάλιση των χρημάτων (των φορολογουμένων τους) που θα μας δώσουν.
Καλοπερνώντας, σε σχέση με τις δυνατότητές μας, προκαλέσαμε την κρίση. Δίχως να υποφέρουμε, δυστυχώς, δεν θα βγούμε από αυτήν. Οσοι προειδοποιούσαμε για κάτι τέτοιο από το 1993, το σύστημα μας έστειλε στα σπίτια μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου