Αγχος, αγωνία, κατάθλιψη: η απειλή χρεοκοπίας αλλάζει δραματικά τον ψυχισμό μας και το συλλογικό φαντασιακό.
Ζούμε πια σε μιαν άλλη Ελλάδα. Το σπρεντ, από μαλακό τυρί που απλώναμε στα ψωμάκια μας το πρωί –γιατί έτσι πρωτομάθαμε τη λέξη–, έγινε ένας απειλητικός οικονομικός δείκτης του οποίου η άνοδος θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε πτώχευση. Η επίπλαστη ευφορία των εορτοδανείων ανήκει ολοκληρωτικά στο παρελθόν. Εξίσου και τα όνειρα για ένα απροβλημάτιστο μέλλον, καθώς πιστεύαμε ότι το βιοτικό μας επίπεδο θα μεγάλωνε με την ίδια ταχύτητα σαν τη ......
....... φασολιά του Κοντορεβιθούλη. Ξαφνικά μοιάζουμε με παιδιά μπροστά σε εφιάλτη, ανήμπορα και φοβισμένα. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν η χώρα είναι «απέραντο φρενοκομείο» ή απλώς νηπιαγωγείο, του οποίου η στέγη κατέρρευσε και η ζωή μας σπρώχνει σε μια βιαστική και βάρβαρη ενηλικίωση. Είναι πάντως σίγουρο ότι καλούμαστε να παρουσιάσουμε τον πιο ψύχραιμο, σοβαρό και υπεύθυνο εαυτό μας.
....... φασολιά του Κοντορεβιθούλη. Ξαφνικά μοιάζουμε με παιδιά μπροστά σε εφιάλτη, ανήμπορα και φοβισμένα. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν η χώρα είναι «απέραντο φρενοκομείο» ή απλώς νηπιαγωγείο, του οποίου η στέγη κατέρρευσε και η ζωή μας σπρώχνει σε μια βιαστική και βάρβαρη ενηλικίωση. Είναι πάντως σίγουρο ότι καλούμαστε να παρουσιάσουμε τον πιο ψύχραιμο, σοβαρό και υπεύθυνο εαυτό μας.
Η «Κ» απευθύνθηκε σε επτά ψυχίατρους, ψυχαναλυτές και ψυχοθεραπευτές διαφορετικών ηλικιών και σχολών, ζητώντας τους να μας περιγράψουν το ψυχολογικό υπόβαθρο του Νεοέλληνα, τι μας οδήγησε στην παρούσα δύσκολη κατάσταση, τις άμυνες που θα πρέπει να αναπτύξουμε έναντι του επερχόμενου άγχους από την απειλή των κεκτημένων μας. Αν η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης ξάπλωνε στο ντιβάνι, τι λογής ασθενής θα ήταν και τι είδους θεραπευτική αγωγή θα χρειαζόταν;
Τα συμπεράσματα είναι ενδιαφέροντα. Η μετάθεση των ευθυνών, μια στάση που μας χαρακτηρίζει ως λαό, η καχυποψία πως τα προβλήματά μας εκπορεύονται από ξένα «κέντρα», οι ψευδαισθήσεις πως όλοι μάς οφείλουν, η έλλειψη γόνιμης αυτοκριτικής είναι η πηγή των δεινών. Η εκθεμελίωση του γνώριμου τρόπου ζωής μπορεί να οδηγήσει στην αγωνία, την κατάθλιψη, το πένθος, τις βίαιες ανατροπές σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, αλλά ενδεχομένως και σε βαθιές αλλαγές που θα φέρουν ένα καλύτερο αύριο, με τους Ελληνες να ζουν σε επαφή με την πραγματικότητα και όχι στην γκλάμουρ φούσκα του αρχοντοχωριάτη.
Φοβισμένοι, εγκλωβισμένοι στον υλισμό, ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση, δεν βλέπουμε με διαύγεια. «Τα τελευταία χρόνια, ο Ελληνας έζησε ψευδαισθητικά. Τώρα που ήρθε η κρίση, αντί να δει με ψυχραιμία τι συμβαίνει, κάνει μια μάχη χαρακωμάτων· λέει στον πολιτικό, στον γείτονα, στον εργοδότη: “Αλλαξε εσύ για να αλλάξω και εγώ”. Κανείς δεν κάνει το πρώτο βήμα», λέει ο ψυχίατρος Τάσος Δημόπουλος. Η ωρίμαση είναι μια χαμένη μάχη; Και βέβαια όχι. «Ολα αυτά δεν εκφράζουν μόνον αδιέξοδα. Μια επιθυμία για ζωή βρίσκεται επίσης σε λειτουργία μέσα στη διαδικασία μετάλλαξης του κοινωνικού δεσμού. Μια επιθυμία ως δύναμη ζωής κόντρα στην απόλαυση ως φορέα καταστροφής», τονίζουν οι ψυχαναλυτές Νασία και Ρεζινάλντ Μπλανσέ, μέλη του New Lacanian School.
Ο αδικημένος επιούσιος λαός
«Ως Ελληνες έχουμε τη βεβαιότητα ότι την ευμάρεια που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια κάποιος μας την όφειλε. Τη δικαιούμασταν, είχε φτάσει η ώρα να την απολαύσουμε», επισημαίνει ο 37χρονος ψυχίατρος Τάσος Δημόπουλος, μέλος της Εταιρείας Φαινομενολογίας, Υπαρξιακής Θεραπείας και Ψυχανάλυσης με σπουδές στην Ιταλία. «Παρατηρώ τις μεγαλύτερες γενιές που πέρασαν την Κατοχή, τη χούντα, τους ανθρώπους που βίωσαν περιορισμό υλικών αγαθών και ελευθεριών. Παρά την απότομη άνοδο του επιπέδου ζωής, η απειλή της στέρησης είναι πάντα παρούσα και συνεπώς γεννάει την ανάγκη για συσσώρευση. Η γενιά μου από την άλλη ταυτίστηκε με το λάιφ στάιλ, τον απαρέγκλιτο μπούσουλα του περιοδικού Τύπου του ’90 για το πώς πρέπει να ντυνόμαστε, να φλερτάρουμε, να υπάρχουμε. Ο εύκολος πλουτισμός έγινε απόλυτη προτεραιότητα», μας εξηγεί.
«Μεγαλύτεροι και νεότεροι Ελληνες συσπειρωθήκαμε γύρω από την αντίληψη ότι ήμασταν οι αδικημένοι και ότι τώρα θα βγάλουμε επιτέλους τα σπασμένα ακόμα και αν είναι με τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, τις ρεμούλες, τον κοινωνικό αμοραλισμό. Η εθνική ταυτότητα του Νεοέλληνα δομήθηκε στη φαντασίωση του αδικημένου επιούσιου λαού. Η ιστορία αντιμετωπίστηκε ως εξαργυρώσιμο μουσειακό έκθεμα που θαυμάζουν οι ξένοι και συνεπώς μας οφείλουν την καλοπέρασή μας. Σαν να τους λέγαμε: “Εμείς δώσαμε στον πολιτισμό και στον κόσμο, τώρα θα μας δίνετε εσείς”», λέει ο Τάσος Δημόπουλος.
Ο κίνδυνος είναι πραγματικός
«Η κρίση και η αγωνία που φέρνει στους ανθρώπους δεν είναι ένα φαντασιωτικό πρόβλημα αλλά ένας πραγματικός κίνδυνος» εξηγεί ο πενηντάχρονος ψυχίατρος Γιάννης Ζέρβας με σπουδές στις ΗΠΑ. «Το τοπίο παραμένει θολό, βγαίνουν ειδικοί και λένε αντικρουόμενα πράγματα, μιλάνε για χώρες με οικονομικούς όρους επιχειρήσεων και επιτείνουν την ασάφεια. Κάποιοι δημοσιογράφοι ή ο ξένος Τύπος μάς κάνουν να αισθανόμαστε τα άτακτα παιδιά που τα τσάκωσαν να κάνουν σκανταλιές και μας το επισημαίνουν συνεχώς με γερμανική χαιρεκακία.
» Εδώ όμως δεν μιλάμε για ένα φυσικό πρόσωπο, ένα άτομο που έκλεψε και ως εκ τούτου πρέπει να αισθάνεται ένοχο. Υπάρχουν Ελληνες που ζούσαν από μίζες και λοβιτούρες και άλλοι που η μόνη τους παρασπονδία είναι ότι μπήκαν κάποτε ανάποδα σε μονόδρομο.
» Δεν μπορούμε να τους βάλουμε όλους στο ίδιο τσουβάλι, να τους κάνουμε να αισθάνονται χάλια για το κατάντημα της χώρας. Η διάχυση της ενοχής δεν είναι καλός σύμβουλος. Οταν αποδεικνύεται ότι υπάρχουν ενορχηστρωμένα σχέδια κερδοσκόπων, υποθέσεις όπως της Γκόλντμαν Σακς, κομπίνες πλανητικού επιπέδου είναι δύσκολο να καθορίσει ο Ελληνας την ατομική του ευθύνη σε αυτήν την κοινωνία όπου η αφθονία είναι το ζητούμενο και που πολύ εύκολα σε βάζουν στο παιχνίδι του να θες όλο και περισσότερα. Μπροστά στην παγκόσμια οικονομική διαφθορά φαντάζουμε λίγο σαν τους φτωχοδιάβολους κατσαπλιάδες που θέλησαν να κρύψουν την ντροπή τους επειδή αισθάνονται λίγοι, αγοράζοντας τζιπ Καγέν. Οσο πιο μικρός και ταπεινωμένος νιώθεις μπροστά στους “μεγάλους” τόσο πιο πολύ θες να επιδειχθείς. Γι’ αυτό και η ελληνική κοινωνία προσπάθησε να γεμίσει αυτό το κενό με υλικά αγαθά» συμπληρώνει.
Ελλάδα, η εξαπατηθείσα κόρη
«Τι θα συμβουλεύατε να κάνουμε για να κατανικήσουμε το καθημερινό άγχος που γεννά η κρίση;» ρωτάμε τον ψυχίατρο Γιάννη Τσέγκο.
«Αγχος έχει κάθε όμηρος ληστείας για το πώς θα εξευρεθούν τα λύτρα. Αγχος φυσιολογικό, που ελπίζω και εύχομαι να μετατραπεί σε θυμό και οργή πολύ γρήγορα. Ο πάντοτε ευκολόπιστος και πάντα προδομένος λαός μας πληρώνει δάνεια από την εποχή του ’21 (“χρωστάμε τα δάνεια της Αγγλίας”)! Τώρα ζητάμε τα δάνεια από την Αμερική ή την Ευρώπη με ενοχοποιητικές σπόντες ότι ο λαός που έφαγε τα λεφτά πρέπει να πληρώσει με φορομπηχτικά μέτρα ή για “το τέλος της μεταπολίτευσης” χωρίς να προσδιορίζεται η έννοια της “μεταπολίτευσης”, ώστε να ξεχαστεί η αμερικανοκίνητη εθνική καταστροφή στην Κύπρο! Για να ξεχαστεί το ’40 και το ΕΑΜ έφτασαν μέχρι και εμφύλιο. Τώρα, μετά τα τανκς θα μας ρίξουν και στην αγκαλιά των banks!
» Ψυχολογικά η Ελλάδα πρέπει να μοιάζει με την κατ’ επανάληψιν, και από διαφόρους νταβατζήδες, εξαπατηθείσα κόρη! Ως πολίτης φρονώ ότι οι περισσότεροι συμπατριώτες επί του παρόντος πάσχουν από ένα είδος “αλτσχάιμερ”, το οποίο ενισχύεται ποικιλοτρόπως, από τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος, τη γρίπη, το timing της σύλληψης των τρομοκρατών, το ντιβιντί της πορνοστάρ, την ηφαιστειακή τέφρα κ. ά.! Η “πάθηση” διαιωνίζεται με τον αποπροσανατολισμό της μνήμης και όχι με υποσυνείδητες ή χαρακτηρολογικές ψυχιατρικές ή ψυχοθεραπευτικές καταστάσεις!
» Ομως, υπάρχει και άλλη Ελλάδα: όπως τα παιδιά και οι συγγενείς του 93χρονου παλιού Ελασίτη από το Νιοχώρι Υπάτης που το Πάσχα τον κήδεψαν στο χιονισμένο και ακατοίκητο χωριό τους, σύμφωνα με τις υποθήκες του: στην κηδεία, από την εκκλησία ώς το νεκροταφείο, προηγούνταν ο αγαπημένος του κλαριτζής που αυτοσχεδίαζε στη διαδρομή σκοπούς ηρωικούς και πένθιμους».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου