By Jean Pisani-Ferry και Andre Sapir*
Οι τελευταίες ημέρες ήταν δραματικές για την ελληνική οικονομία. Γεμάτες με αμφιβολίες για το κατά πόσον η κυβέρνηση μπορεί να τακτοποιήσει τα δημοσιονομικά της μεγέθη αλλά και για το κατά πόσον τα κράτη της ευρωζώνης και οι αρχές της Ε.Ε. θα παράσχουν βοήθεια στη χώρα. Τα yields των ελληνικών ομολόγων ενισχύθηκαν περισσότερο από 1% την περασμένη εβδομάδα, φτάνοντας στο 7,25%.
Εάν η Ελλάδα δεν ήταν στην ευρωζώνη θα είχε, ήδη, στραφεί προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και θα διαπραγματευόταν συμφωνία στήριξης, προκειμένου να λάβει βοήθεια με «αντίκρισμα» τη λήψη διορθωτικών μέτρων, όπως έπραξαν η Ουγγαρία, η Λετονία και η Ρουμανία. Μαζί με το δάνειο του ΔΝΤ, η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει στήριξη στο ισοζύγιο πληρωμών της και από την Ε.Ε.
Το να είναι, όμως, μέλος της ευρωζώνης υπέχει δύο προϋποθέσεις:
Πρώτον, η Ελλάδα (και οι αγορές) είχε τη λανθασμένη άποψη ότι είχε "ανοσία" απέναντι σε......προβλήματα που αφορούν στο χρέος.
Δεύτερον, δεν έχει ανάγκη στήριξης στο ισοζύγιο πληρωμών της από την Ε.Ε.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα η πρώτη «συνθήκη» επικράτησε: παρά το γεγονός ότι δεν ....
... υπάρχει θεσμοθετημένος τρόπος για παροχή βοήθειας σε ένα κράτος-μέλος της ευρωζώνης, βάσει της Συνθήκης τους Μάαστριχτ, ο κίνδυνος του ελληνικού χρέους και η πιθανότητα χρεοκοπίας δεν εξετάζονταν από τις ομολογιακές αγορές. Πρόσφατα, όμως, άρχισαν να ενισχύονται οι ανησυχίες καθώς οι τράπεζες κατέθεταν τεράστια ποσά ελληνικών ομολόγων ως εγγυήσεις στην ΕΚΤ προκειμένου να λάβουν δάνεια.
Ένας από τους λόγους που επιδεινώθηκαν οι συνθήκες είναι η ανακοίνωση της ΕΚΤ ότι στα τέλη του 2010 θα «σκληρύνει» τους όρους βάσει των οποίων αποδέχεται ομόλογα ως εγγυήσεις. Μία κίνηση που έθεσε το ενδεχόμενο τα ελληνικά ομόλογα να μη γίνουν, πλέον, δεκτά ως εγγυήσεις για τις δημοπρασίες αναχρηματοδότησης. Τόσο αυτό όσο και η αδυναμία της Ελλάδας να παρουσιάσει ένα αξιόλογο πρόγραμμα τακτοποίησης των δημοσιονομικών της μεγεθών εξηγούν τον συναγερμό που σήμανε στις αγορές.
Η ελληνική κρίση χρειάζεται συγκεκριμένες θεραπείες. Η καλύτερη λύση θα ήταν να κληθεί το ΔΝΤ. Μία συμφωνία με το ΔΝΤ στην οποία θα περιλαμβανόταν παροχή δανείου θα πρόσφερε τόσο τα κεφάλαια που χρειάζονταν όσο και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, με αποτέλεσμα την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Όμως, τόσο οι αρχές της ευρωζώνης όσο και εκείνες της Ε.Ε. φαίνεται να είναι αντίθετες σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Υπάρχουν δύο λόγοι γι’ αυτήν την αντίθεση. Πρώτον, θα φαινόταν ως παραδοχή ότι η ευρωζώνη είναι ανίκανη να διαχειριστεί τα εσωτερικά της προβλήματα και πω χρειάζεται τη βοήθεια της «Ουάσινγκτον».
Δεύτερον, θα εκλαμβανόταν ως χτύπημα για το σύστημα εποπτείας της Ε.Ε. και για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Εάν το ΔΝΤ αποκλειστεί, τότε πώς θα ήταν μία λύση που έχει τη στήριξη και την έμπνευση μόνο της Ε.Ε.; Εάν εξαιρεθεί και η βοήθεια από την Ε.Ε., τότε τα χρήματα θα πρέπει να προέλθουν από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Εάν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα χρειάζεται βοήθεια κοντά στο 5% ή 10% του ΑΕΠ της, τότε αυτό σημαίνει ότι τα άλλα κράτη της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να της δώσουν 12 δισ. ευρώ έως 24 δισ. ευρώ ή 0,13% έως 0,26% του συνολικού ΑΕΠ της ευρωζώνης. Με δεδομένο το χαμηλό ύψος του ποσού, τα κεφάλαια μπορούν να βρεθούν.
Όμως, την ίδια στιγμή, θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί η σταθερή και αξιόπιστη παρακολούθηση της προόδου της Ελλάδας, κάτι που θα συνέβαινε εάν η βοήθεια προερχόταν από το ΔΝΤ.
Ας υποθέσουμε ότι το όλο πρόγραμμα το είχε σχεδιάσει η Κομισιόν και οι χώρες της ευρωζώνης έδιναν τα χρήματα. Θα ήταν αξιόπιστο η Κομισιόν να παρακολουθεί την όλη διαδικασία (την πρόοδο της Ελλάδας), ενώ ταυτόχρονα θα έπρεπε να διακόψει την παροχή επιδοτήσεων προς την Ελλάδα όσο διάστημα θα διαρκούσε αυτή η διαδικασία;
Η Κομισιόν έχει τα απαραίτητα τεχνικά μέσα, αλλά πιθανώς να ήταν δύσκολο να ελέγξει όλα τα «επιμέρους» στοιχεία του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Όμως, στη βάση του το όλο θέμα είναι αμιγώς πολιτικό. Πώς θα αντιδρούσε η Ε.Ε. στην οργή που θα υπήρχε στους δρόμους της Αθήνας; Θα αντιδρούσαν όλες οι χώρες της ευρωζώνης με τον ίδιο τρόπο; Ή κάποιες θα έπρεπε να αποκλειστούν από την παροχή βοήθειας, καθώς θα θεωρούνταν μελλοντικοί υποψήφιοι για οικονομική στήριξη; Επιπρόσθετα, θα άντεχε η ευρωζώνη το κόστος στον προϋπολογισμό της, εάν χρειαζόταν να παράσχει βοήθεια σε κάποια άλλη, πιο μεγάλη χώρα;
Το να κληθεί το ΔΝΤ έχει πολιτικό κόστος, το οποίο όμως δεν θα πρέπει να υπερτιμάται, και θα πρέπει να προτιμηθεί έναντι άλλων εναλλακτικών λύσεων. Πρώτον, παρά το γεγονός ότι έχει έδρα στην Ουάσινγκτον, τόσο το ΔΝΤ όσο και η ευρωπαϊκή του υπηρεσία διοικούνται από πρώην υπουργούς Οικονομικών της Ευρώπης. Δεύτερον, ένα πρόγραμμα από το ΔΝΤ δεν θα αφαιρούσε από την Ε.Ε. τη δυνατότητα εποπτείας, καθώς τίποτε δεν εμποδίζει το ΔΝΤ και την Ε.Ε. να συνεργαστούν με την Κομισιόν προκειμένου να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν το πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα, ακόμη και χωρίς να δοθούν κεφάλαια από την Ευρώπη. Τρίτον, το πολιτικό κόστος θα ήταν ισχυρότερο εάν τελικώς η «ενδοοικογενειακή λύση» αποτύχει και τότε κληθεί το ΔΝΤ.
Το δίλημμα της Ε.Ε. για την Ελλάδα είναι εξαιρετικής σημασίας. Θα επηρεάσει τόσο τη μελλοντική διαδικασία προσαρμογής της χώρας όσο και τη μελλοντική διαχείριση κρίσεων για χώρες της ευρωζώνης. Αντί να επιλεγεί η ριψοκίνδυνη λύση, οι επικεφαλής της Ε.Ε. θα ήταν καλύτερο να προτρέψουν την Ελλάδα να καλέσει το ΔΝΤ.
* Οι κ. Jean Pisani-Ferry και Andre Sapir είναι κορυφαία στελέχη του think tank, με έδρα τις Βρυξέλλες, Bruegel.
/ The Financial Times /
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου