της Σώτης Τριανταφύλλου
H χρηματοδότηση των κομμάτων είναι ένας γενναιόδωρος θεσμός του δημοκρατικού συστήματος. Επειδή όμως οι αρετές και τα πλεονεκτήματα που εκδηλώνονται σε υπερβολικό βαθμό μετατρέπονται σε ...
μειονεκτήματα (για παράδειγμα, ο υπερβολικά «καλός» άνθρωπος καταλήγει εύπιστος, αγαθιάρης, ακόμα και ηλίθιος), βρισκόμαστε μπροστά σε μια προβληματική κατάσταση. Η θέση αυτού του άρθρου είναι η σταδιακή αποδέσμευση των κομμάτων από το κράτος και η μείωση της χρηματοδότησης μέχρι τελικού μηδενισμού. Να πώς έχουν τα πράγματα: Η Ελλάδα δαπανά δυσανάλογα ποσά για τη χρηματοδότηση των κομμάτων συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας του βουλευτή της Δημοκρατικής Συμμαχίας κ. Αυγενάκη, το 2010, το συνολικό ποσό που εισέπραξαν οι κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (υπενθυμίζω ότι ο πληθυσμός είναι 10.787.690 νόμιμοι κάτοικοι συν καμιά 300.000 παράνομοι) ήταν 48,8 εκ. ευρώ. Ο υπουργός Εσωτερικών κ. Γιαννίτσης, που ανακίνησε το ζήτημα, ανέφερε ότι από το 2000 μέχρι το 2011 τα κόμματα στην Ελλάδα εισέπραξαν ενισχύσεις ύψους 655 εκ. ευρώ.
Συνεχίζω με τις κρατικές επιχορηγήσεις – οι αριθμοί είναι αναπόφευκτοι: το 2010 το ΠΑΣΟΚ εισέπραξε 20 εκ. ευρώ, η Ν.Δ. 15 εκ. ευρώ, το ΚΚΕ 5 εκ. ευρώ, το ΛΑΟΣ 4 εκ., ο ΣΥΡΙΖΑ 3,5 εκ. ευρώ και οι Οικολόγοι Πράσινοι 1,7 εκ. Από τις τράπεζες, μέσω δανείων, τα κόμματα εισέπραξαν άλλα 245 εκ. ευρώ, δηλαδή συνολικά έφτασαν τα 900 εκ. ευρώ μέσα σε δέκα χρόνια. Αν αθροίσουμε τα χρήματα που εισπράττουν τα κόμματα από τους οπαδούς τους σκοντάφτουμε σ’ ένα μείζον πρόβλημα αδιαφάνειας: όλα τα κόμματα έχουν λαϊκή βάση – αντίθετα από τις βλακώδεις αναλύσεις του ΚΚΕ περί «αστικών» κομμάτων και πλουτοκρατίας.
Αναφέρω το ΚΚΕ διότι αποτελεί παγκόσμια ακρότητα ακόμα και στο ζήτημα των κομματικών επιχορηγήσεων, ένα είδος «κράτους εν κράτει». Όπως λέει λοιπόν ο βουλευτής του ΚΚΕ κ. Χαλβατζής, ο οποίος δέχεται –απαιτεί μάλιστα– επιχορηγήσεις από το «αστικό κράτος» και από τους κατασταλτικούς μηχανιμούς, «το ΚΚΕ δεν θα δώσει στους κατασταλτικούς μηχανισμούς τα ονόματα των μελών, των φίλων και των οπαδών του». Αυτή η συνωμοτική, παρανοειδής συμπεριφορά με οδηγεί στον παρακάτω συλλογισμό σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, κομματικοί σχηματισμοί που συμμετέχουν στο ελληνικό Κοινοβούλιο και στην Ευρωβουλή δεν λαμβάνουν μόνο τα προαναφερθέντα ποσά, αλλά δικαιούνται και έκτακτες επιχορηγήσεις σε περιόδους εκλογικών αναμετρήσεων. Επίσης, σε περίπτωση δημοψηφίσματος, τα κόμματα επιχορηγούνται με επιπλέον ποσά που φτάνουν το 30% της εκλογικής αποζημίωσης. Η νομοθεσία –η οποία έτσι κι αλλιώς πρέπει να τροποποιηθεί– κάνει λόγο για κόμματα που συμμετέχουν στο Κοινοβούλιο ή στην Ευρωβουλή, άρα σέβονται τους κοινοβουλευτικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς. Υπό αυτή την έννοια, κόμματα εξωκοινοβουλευτικής λογικής, όπως το ΚΚΕ, δεν θα έπρεπε να συμμετέχουν ούτε στο Κοινοβούλιο ούτε στην Ευρωβουλή και εν τοιαύτη περιπτώσει δεν θα έπρεπε να κάνουν χρήση του νόμου περί κρατικών χρηματοδοτήσεων. Επιπροσθέτως, εφόσον το ΚΚΕ διατηρεί μυστικότητα σχετικά με τα οικονομικά του συνεχίζοντας τον εμφύλιο πόλεμο με όποια μέσα μπορεί και επιδιώκοντας την κατάλυση των θεσμών (τους οποίους έχει ήδη υπονομεύσει), θα έπρεπε να εξαιρείται από τη νομοθεσία.
Να τι γράφει επ’ αυτού η εφημερίδα «Ριζοσπάστης»: «Τη λογική του “όλοι ίδιοι είναι” και ότι για την κρίση φταίει δήθεν η κρατική “σπατάλη” και το “κοστοβόρο” πολιτικό σύστημα, αναπαράγουν με κάθε ευκαιρία τα αστικά επιτελεία, με στόχο να αποπροσανατολίσουν το λαό από τις πραγματικές αιτίες της κρίσης και για να βγάλουν λάδι τη φιλομονοπωλιακή πολιτική των κυβερνήσεων διαχρονικά. Κεντρική θέση στην προπαγάνδα τους έχει η χρηματοδότηση των κομμάτων από το κράτος, θέμα το οποίο σκόπιμα συντηρεί και αναπαράγει η ίδια η κυβέρνηση, για να θολώσει τα νερά της επίθεσης που εξαπολύουν τα κόμματά της στους εργαζόμενους και το λαό».
Ο «Ριζοσπάστης» επιμένει στην εφαρμογή του νόμου του 2002, σύμφωνα με τον οποίον η κρατική χρηματοδότηση προσαρμόζεται αυτομάτως στα εκάστοτε μεγέθη του προϋπολογισμού: αίφνης, το ΚΚΕ κάνει δήλωση υπακοής στους νόμους. Συμπεραίνουμε ότι όποιος νόμος συμφέρει το ΚΚΕ πρέπει να διαιωνίζεται, όποιος δεν το συμφέρει πρέπει να παραβιάζεται μέχρις ότου καταργηθεί. Όσο για την «ανάλυση» περί μύθου της κρατικής σπατάλης, σχεδόν όλοι θα συμφωνήσουμε ότι ο «Ριζοσπάστης» παραπλανά το κοινό του: κρατική σπατάλη υπάρχει και είναι απολύτως απαραίτητο να συγκρατηθεί. Το να θεωρούμε μύθο την κρατική σπατάλη είναι ένδειξη παθολογικής απερισκεψίας.
Τα κόμματα θα έπρεπε να στηρίζονται από τους πολίτες που τα ψηφίζουν και οι οικονομικοί τους πόροι θα έπρεπε να υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους. Σε ό,τι αφορά τα δήθεν αριστερά κόμματα τίθεται ένα επιπλέον ζήτημα εκμετάλλευσης των φτωχών ανθρώπων, δημιουργίας ενοχών και ψυχολογικής πίεσης: το ΚΚΕ αντλεί μεγάλα ποσά από επιχειρήσεις στις οποίες οι εργαζόμενοι γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης «για καλό σκοπό», καθώς κι από συνδρομές, μαζικούς εράνους με κουπόνια και διαθήκες παλιών αγωνιστών. Εξαιτίας της ιστορίας την οποία έχει διαστρέψει, το ΚΚΕ αποσπά εισφορές, όπως αποσπά μεγάλα ποσά η Εκκλησία και οι διάφορες αιρέσεις και στοές.
Όσο για τα υπόλοιπα κόμματα, η ανεξάρτητη, μη-κρατική χρηματοδότηση, δηλαδή η αποκρατικοποίησή τους, θα λειτουργήσει ως παράγοντας πίεσης για τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους. Τίθεται πράγματι ένα πρόβλημα ταξικό και πολιτικό, ένα ενδεχόμενο αμερικανοποίησης των κομματικών συσχετισμών: τα κόμματα που ευνοούν τις μεγάλες επιχειρήσεις, θα εισπράττουν μεγάλα ποσά από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αλλά αυτό συμβαίνει ήδη, παρότι στην Ελλάδα δεν έχουμε περίσσεια μεγάλων επιχειρήσεων. Τίθεται κι ένας κίνδυνος πελατοκρατίας – αλλά κι αυτό συμβαίνει ήδη. Για να μην εμφανιστούν αυτές οι σοβαρές παρενέργειες είναι απαραίτητο το θεμελιώδες δημοκρατικό ήθος: χωρίς αυτό το ήθος όλα τα θεωρητικά πλεονεκτήματα της δημοκρατίας μετατρέπονται σε μειονεκτήματα.
Athens Voice // 7.3.12
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου